Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2012

HOPE

Its effect and value during difficult times – a minor collection of personal thoughts

As a financial crisis unfolds it may not only result in people loosing their fortunes but also their pride and most importantly their hope. Hope in times of crisis, in my opinion, is probably one the most valuable assets and yet it is often undervalued and ignored. Hope, expectation will usually motivate man to swiftly take action and tackle whatever lies ahead of him. Man without hope, after being hit hard by the financial crisis, has no realistic chance of recuperating and planing ahead for the future. He becomes trapped in a vicious cycle of decay and despair. Many can probably fight on instinctively without great ideas, a clear plan and philosophy but they cannot do so without hope and even if they could their struggle would be desperate, short-lived and most probably ill-fated. Hope is intertwined if not synonym to our basic instincts of survival. It is the foundation on which we build our moral and mental strength.

Financial crisis in a society may have a wide range of negative effects on people's mindset and psychology. To a certain extent it may cause people to loose their usual trust in themselves and each other. This apparent lack of trust often complicates and worsens business negotiations and transactions, human interaction and everyday life in general. It can be argued that some people in difficult times loose a great part of their humanity. As they fall in hard times they become depressed, fearful and reclusive, they isolate themselves, limit their activity, some even give up altogether. Their fear, anger and desperation limit their creativity and productivity, often those feelings run so deep that are extremely hard to reverse.

However in times of extreme desperation great opportunities may arise for those that can see a clear pathway to a brighter and more prosperous future. The competitive nature of society results in those people having a clear advantage over those that remain desperate and disillusioned. In difficult times the incentive to assume greater risks than normal is there for those that maintain their composure and have an inherently positive mindset. In a crumbling market environment one has to appreciate the magnitude of the risks associated with investing and trying to be creative. One has to study thoroughly and systematically analyse them and plan accordingly. Intelligence, vision and practical skills greatly enhance competitiveness.

The way one employs his moral, his expectations is crucial for his future. Hope combined with pragmatism and a technocratic view and approach in problem solving and planing are often the fundamental tools in efficiently constructing a better future in difficult times. On the contrary hope combined with populist, naive and poorly thought ideas may be even more catastrophic than a pure pessimistic philosophy.

People rich in hope, dreams and ideas in their strive for a better future may often break barriers and overcome great obstacles. Their achievements may bring along a much needed wave of of optimism for their communities and inspire others to follow their footsteps. Their mental and moral strength, their meticulous planning and their strong will to succeed above expectations makes them ideal candidates for becoming leaders. Some of the most charismatic and effective leaders in human history where direct products of societies that had fallen in difficult times. The difficult environment they were confined to gave them survival lessons and helped them acquire problem-solving skills. It also probably gave them a unique mental toughness and an appreciation of the benefits involved with being practical and pragmatic.

Difficult times may produce the opportunity for great, visionary, pragmatic leaders but they also may also pave the way for populist, opportunistic leaders. The latter may hinder the progress of the former and destroy any chance of a long-term and effective recovery.

In difficult times populist leaders often thrive on people's natural need for hope. Pumping up great expectations and pride, promising plenty at little or no cost, often pretending to be righteous saviours and men of principle, blaming their predecessors for everything that has gone wrong and absolving the ordinary people of any responsibility or guilt they may feel. The magnitude of their charisma and the severity of the situation often have a proportional effect on their success to accumulate power and influence over a weakened society. In some extreme instances they may even trick themselves that they are the solution to people's problem. Down-to-earth, pragmatic and composed people are less likely to fall victims of populist propaganda and false promises. Their hope and moral however can be greatly diminished if they realise that the majority in their society has fallen victim to it.

History has often shown us that a crisis just doesn't fade away, you have to painfully battle your way out of it, both as individuals and as a society. When and how you muster the courage and strength to engage in such a battle depends on your mindset and psychology. The psychological depression that follows a financial meltdown is often the driving force behind recession, financial depression and decay. Dreaming of a better future and being optimistic will not be enough but it is surely a start. Keeping a positive mindset is often easier said than done. Every strategy, plan to pull out a society out of a crisis must take into account the moral and feelings of its members. The implementation and success of tough and/or radical measures to facilitate growth greatly depend on it.

Even the most ambitious plans and measures may have a chance of succeeding if they are supported by strong-willed and optimistic members of a society, who are ready to assume risks and make painful sacrifices. Especially the latter cannot be demanded by people that have lost all hope. People are always most likely to follow those that promise a better future if persuaded that the plan is realistic and hence there is real chance of success.

Sacrifices made for a greater good, solidarity shown to the weakest and most vulnerable members of society are, as hope is, linked to people's humanity and trust in society. It is always extremely hard for people to set a good example for others to follow when they have lost hope that others will appreciate it. Hope in others, their idealism, humanity and positive mindset is crucial for the progress and prosperity of a society.

We must always hope that others will hope also!

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

Δανειστές και Οφειλέτες Σχέσεις Εμπιστοσύνης και Συναλλακτικά Ήθη

Ποια ήταν άραγε η κατάληξη του πρώτου δανείου που δώθηκε στον πλανήτη Γη? Πληρώθηκε ή μήπως οι μακρινοί απόγονοι του πρώτου οφειλέτη βρίσκονται ακόμη σε διαπραγματεύσεις με αυτούς του πρώτου δανειστή για διευθετήση των τόκων. Αν αυτό το πρώτο δάνειο και τα στοιχεία που αποδεικνύουν την σύναψη του ξεχάστηκαν με το πέρασμα του χρόνου το ίδιο δεν αναμένεται να συμβεί στο άμεσο τουλάχιστον μέλλον για τα δάνεια που συνάπτουν οι καταχρεωμένες κυβερνήσεις ευρωπαϊκών, και όχι μόνο, κρατών. Τα πρώτα δάνεια στην ιστορία του ανθρώπινου γένους συνάφθηκαν σίγουρα πριν την εφεύρεση της γραφής και συνεπώς οι όροι αποπληρωμής είχαν συμφωνηθεί προφορικώς, ίσως με άναρθρες κραυγές, δεν είμαι σίγουρος αν ο προφορικός λόγος υπήρχε τότε.

Σήμερα η σύναψη κάθε δανείου συνοδεύεται συχνά από πλειάδα υπογραφών που δεμεύουν “χειροπόδαρα” τον οφειλέτη και παρέχουν τις αναγκαίες εγγυήσεις στο δανειστή. Οι όροι του κάθε δανείου, συχνά σαφώς πολυσύνθετοι, καταγράφονται λεπτομερώς έτσι ώστε να αποφεύγονται παρερμηνείες και αμφισβητήσεις. Η συνολική πορεία κάθε δανείου από την σύναψη του, την παροχή εγγυήσεων, τις ριθμήσεις αποπληρωμής του μέχρι την τελική εξώφληση του καταγράφεται γραπτώς και ηλεκτρονικώς. Η μελέτη αυτής της πορείας συχνά αποκαλύπτει το μέγεθος των εμποδίων που καλέιται να υπερβεί ο οφειλέτης για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, το σύνολο των οποίων συχνά δεν έχει αναλογιστεί κατά τη σύναψη του δανέιου.

Πόσοι άραγε οφειλέτες προτού συνάψουν ένα δάνειο γνώριζαν την ύπαρξη τόκων υπερημερείας για τις καθυστερούμενες δόσεις ή είχαν αναλογιστεί τον κίνδυνο του πληστηριασμού. Η ασυνέπεια στις πληρωμές, η οριστική αδυναμία αποπληρωμής ενός δανείου είναι σκέψεις που αρνείται συχνά να κάνει αυτός που δανείζεται και έτσι ελάχιστες φορές έχει σχέδιο για να τις αντιμετωπίσει όταν συμβούν. Αντίθετα ο δανειστής, εκτός και αν είναι ανεύθυνος, αφελής, διαπλεκόμενος με τον οφειλέτη ή φιλάνθρωπος, μελετά και σχεδιάζει επισταμένως πάντα τους όρους του δανεισμού έτσι ώστε να εξασφαλίσει τον εαυτό του απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο.

Αυτό που ωθεί τον οφειλέτη στον δανεισμό είναι η ανάγκη. Αυτή η ανάγκη και η κάλυψη της αποτελούν τις κυριάρχες σκέψεις του. Η περηφάνια του, η λογική σκέψη του και η προνοητικότητα του συχνά θυσιάζονται στο βωμό της εξυπηρέτησης της ανάγκης για δανεισμό. Κανένα μαθηματικό ή επιχειρηματικό μοντέλο που προβλέπει την αρνητική κατάληξη αυτού του δανεισμού δεν μπορούν να τον πείσουν για το μάταιο και τα επακόλουθα δεινά του δανεισμού. Τα δάνεια συχνά καταδεινύουν τη δίψα του ανθρώπου για πρόσκαιρα οφέλη και την έλλειψη μακροχρόνιας στρατηγικής και διορατικότητας. Καταδεικνύουν επίσης συχνά την άρνηση του να αποδεχθεί την αποτυχία του και το πείσμα του να συνεχίζει αυτοκαταστροφικές πρακτικές.

Τα δάνεια απότελούν σχέσεις εμπιστοσύνης. Η εμπιστοσύνη όμως που δείχνει ο δανειστής προς τον οφειλέτη βασίζεται συχνά στην ισχύ του απένατι του. Αυτή η διαφορά ισχύος αποτελεί το δυνατότερο παράγοντα εξασφάλισης έναντι της περίπτωσης άρνησης του οφειλέτη να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. Είναι πολύ πιθανό πως κάποια από τα πρώτα δάνεια στην ιστορία του ανθρώπου αποπληρώθηκαν κυριολεκτικά με το αίμα των άτυχων οφειλετών. Στα αρχαία και όχι μόνο χρόνια δεν ήταν σπάνιο το φαινόμενο οι οφειλέτες και οι οικογένειες τους να χάνουν την ελευθερία τους και να γίνονται σκλάβοι λόγω της αδυναμίας πληρωμής των χρεών τους. Το φαινόμενο αυτό ήταν κοινωνικά αποδεκτό, στα μάτια των ανθρώπων η σκλαβιά δεν ήταν ηθικά επιλήψιμη αν ήταν προϊόν αδυναμίας αποπληρωμής κάποιου δανείου. Σε επίπεδο κρατών κάποιοι από τους πιο πολύνεκρους και πιο απεχθείς κατακτητικούς πολέμους ήταν αποτέλεμα αδυναμίας των οφειλετών να ανταπεξέλθουν στις συμβατικές τους υποχρεώσεις προς τους δανειστές και μελλοντικούς κατακτητές τους.

Εύλογα τίθεται το ερώτημα: Πόσο υπεύθυνοι είναι οι πολίτες ενός κράτους για τα δάνεία που συνάπτουν οι κυβερνήσεις που τους εκπροσωπούν και για τις εγγυήσεις που αναλαμβάνουν? Για τους δανειστές η απάντηση είναι απλή, οι πολίτες ενός κράτους που δανείζεται με υπογραφή της κυβέρνησης του έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις με τους μέτοχους μια επιχείρησης τους οποίους στο δανεισμό της επιχείρησης εκπροσωπεί με την υπογραφή του το διοικητικό συμβούλιο της επιχείρησης. Συνεπώς οι πολίτες ενός κράτους οφείλουν να είναι ιδιατέρως προσεκτικοί για το ποιους ψηφίζουν να τους εκπροσωπήσουν διότι οι κυβερνόντες δε διαχειρίζονται απλώς τα δημόσια αγαθά ενός κράτους αλλά συχνά συνάπτουν και δάνεια στο όνομα του με ενέχειρο τα αγαθά αυτά.

Μια απλή υπογραφή ενός ατόμου στην εξουσία σε ένα κείμενο εμπράγματων εγγυήσεων μπορεί να δεσμεύσει ένα ολόκρηρο κράτος και να καθορίσει την μοίρα του ύστερα από μια πτώχευση. Η βιωσιμότητα ενός κράτους και το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών του ύστερα από την πτώχευση του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους όρους δανεισμού του. Ο οφειλέτης που έχει δανειστεί με ομόλογα, που δεν υπάγονται στο Βρετανικό δίκαιο, είναι σε πολύ καλύτερη μοίρα από αυτόν που έχει δανειστεί τα ίδια ποσά από τους ίδιους δανειστές με ενυπόθηκα δάνεια και παροχή εμπράγματων εγγυήσεων. Είναι λοιπόν τουλάχιστον υποκριτικό να βαπτίζεται βοήθεια η παροχή ενυπόθηκων δανείων, που δεν μπορούν στο μέλλον να “κουρευτούν”, για την αποπληρωμή ομολόγων.

Οι όροι δανεισμού εξαρτόνται από τα συναλλακτικά ήθη που επικρατούν την εποχή που συνάπτεται το δάνειο. Επιτόκια που σήμερα μας φαίνονται εξωφρενικά, τοκογλυφικά και απάνθρωπα σε άλλες εποχές με ανάλογο πληθωρισμό θεωρούνταν λογικά και σε ακραίες περιπτώσεις συμφέρουσα πρόταση. Τα συναλλακτικά ήθη σε μια κοινωνία εξαρτόνται από τον ανθρωπισμό, την οικονομική κουλτούρα και εξωστρέφια της, πάνω από όλα όμως εξαρτόνται από την εμπιστοσύνη στην πρόοδο και ανάπτυξη της. Σε καλές εποχές οι δανειστές έχουν αυξημένο ανταγωνισμό μεταξύ τους και προσφέρουν ελκυστικότερους όρους δανεισμού προκειμένου να προσελκύσουν άτομα, εταιρίες, οργανισμούς και κράτη, να τους δανείσουν και να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη από την ανάπτυξη τους. Σε εποχές ύφεσης παρατηρείται έλλειψη εμπιστοσύνης που προκαλεί σκλήρυνση των συναλλακτικών ηθών. Οι πιθανότητες εξασφάλισης δανεισμού μειώνονται δραστικά και οι όροι γίνονται δρακόντιοι. Οι οφειλέτες είναι σε ανταγωνισμό μεταξύ τους και προσφέρουν όσο μεγαλύτερες εγγυήσεις μπορούν προκειμένου να προσελκύσουν κεφάλαια από τους δανειστές που επιζητούν όσο μεγαλύτερες εξασφαλίσεις γίνεται.

Οι όροι ενός δανεισμού και ειδικότερα το επιτόκιο εξαρτόνται σε μεγάλο βαθμό από τη δυνατότητα του οφειλέτη να αποπληρώσει το δάνειο και την εμπιστοσύνη που δείχνει σε αυτόν ο δανειστής. Στο δίλημμα δάνειο με υψηλό επιτόκιο ή χαμηλότοκο δάνειο με παροχή σημαντικών εμπράγματων εγγυήσεων και παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων η απάντηση για ένα κράτος δεν είναι εύκολή. Πολλές φορές ακόμη και η επίσπευση της πτώχευσης μπορεί να είναι καλύτερη λύση από την παροχή πρόσθετων εγγυήσεων στους εξωτερικούς δανειστές. Σε περίπτωση που πτωχεύσει ένα κράτος αφού πρώτα έχει πάρει ενυπόθηκα δάνεια και έχει δώσει εμπράγματες εγγυήσεις είναι ορατός ο κίνδυνος της δήμευσης μέγαλου μέρους της δημόσια περιουσίας του, των φυσικών του πόρων και των άμεσων πηγών εσόδων του.

Αν ο δανειστής δεν εξασφαλίσει τον εαυτό του σε περίπτωση πτώχευσης κινδυνεύει να βρεθεί σε χειρότερη θέση από τον οφειλέτη. Το τελευταίο ισχύει ειδικά όταν τα κεφάλαια με τα οποία δανείζει ο δανειστής τα έχει δανειστεί ο ίδιος από κάπου αλλού. Για παράδειγμά οι τράπεζες δανείζουν τα κράτη με τα λεφτά των καταθετών και τα λεφτά που έχουν επενδύσει σε αυτές οι μέτοχοι τους. Τα ασφαλιστικά ταμεία δανείζουν με τα λεφτά που έχουν αντλήσει από τις ασφαλιστικές εισφορές των εργοδοτών και των ασφαλισμένων εργαζομένων τους.

Όταν ένα κράτος κουρεύει το χρέος του προς μια τράπεζα θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της τράπεζας, τα κεφάλαια των καταθετών και την επένδυση των μετόχων στην τράπεζα, στους τελευταίους συμπεριλαμβάνεται συχνά και ένα πλήθος μικρομετόχων που συνήθως έχει επενδύσει στις τράπεζες μέσω κρατικά επποπετυόμενων χρηματιστηρίων. Αν το κούρεμα είναι εθελοντικό τότε, επίσημα τουλάχιστον, είναι πιθανό πως δε θα θεωρηθεί πιστωτικό γεγονός και συνεπώς δε θα πληρωθούν τα ασφάλιστρα κινδύνου. Δηλάδή αν μια τράπεζα είχε ασφαλίσει τα δάνεια που έδωσε σε ένα κράτος για να εξασφαλίσει την επένδυση της, σε περίπτωση “εθελοντικού κουρέματος” δεν θα πληρωθεί την ασφαλιστική αποζημιώση, που προβλεπόταν σε περίπτωση που το κράτος δεν ανταποκρινόταν στις υποχρεώσεις του.

Το “κούρεμα” του δημόσιου χρέους έχει συχνά δυσάρεστο αντίκτυπο και στην κοινωνική πρόνοια και ασφάλιση. Όταν ένα κράτος κουρεύει το χρέος προς τα ασφαλιστικά ταμεία μειώνει την δυνατότητα των τελευταίων να παρέχουν ανταποδωτικές και αξιοπρεπείς συντάξεις και ιατροφραμακευτική περίθαλψη στους ασφαλισμένους τους.

Η έκθεση των εγχώριων τραπεζών στο κρατικό χρέος, ειδικά αυτών που ελένχονται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος, είναι συχνά σημαντικά μεγαλύτερη από αυτή των ξένων και συνεπώς επιρρεάζονται δυσμενώς πολύ περισσότερο από το κούρεμα του χρέους. Το κράτος προκειμένου να εξασφαλίσει τις καταθέσεις των πολιτών του μπορεί να διαλέξει να ενισχύσει με κεφάλαια τις εγχώριες τράπεζες που έχουν υποστεί σοβαρότατο πλήγμα από το κούρεμα του κρατικού χρέους. Αν η παροχή ρευστότητας γίνει με αντάλαγμα την παροχή κοινών μετοχών η τράπεζα στην ουσία κρατικοποιείται και συνεπώς οι μέτοχοι της πιθανότατα χάνουν οριστικά σημαντικότατο μέρος της επένδυσης τους. Το ποσοστό της τράπεζας που θα αποκτήσει το κράτος μπορεί και να αγγίξει το 100% ειδικά αν η μετοχή έχει πλέον ελάχιστη αξία και το ύψος της ενίσχυσης που απαιτείται είναι μεγάλο.

Ο οφειλέτης εκμεταλευόμενος την αδυναμία του δανειστή, που οφείλεται ουσιαστικά στην ασυνέπια του πρώτου, ιδιοποιείται την περιουσία του δανειστή. Αν αυτό το θεωρείτε ηθικά επιλήψιμο τότε αναλογιστείτε πως κάποιες από τις τράπεζες που συμμετέχουν στο κούρεμα έχουν μπορεί να έχουν διοικήσεις διορισμένες σε μεγάλο βαθμό από το κράτος το οποίο δάνεισαν και το αποφασίζει για το κούρεμα. Ο μικροκαταθέτης συχνά είναι το θύμα της υπόθεσης που ξεχνιέται. Εύκολα και ανέξοδα συνήθως ταυτίζεται με τις διοικήσεις των τραπεζών και τις κακές πρακτικές τους. Αναλογιστείτε πως μπορεί να αισθάνεται όταν βλέπει την επένδυση του στην τράπεζα που δάνεισε το κράτος, που κούρεψε το χρέος, να εξανεμίζεται. Φανταστείτε το μέγεθος της οργής του όταν ακούει πως η κρατικοποιήση γίνεται για να εξυγιανθούν οι τράπεζες, η υγειής λειτουργία των οποιών τορπιλίζεται από το δανεισμό ενός χρεοκοπημένου κράτους και το κούρεμα του χρεόυς του.

Οι επενδύσεις των μικροκαταθετών στις τράπεζες κάποιες φορές είναι σε μεγάλο βαθμό προϊόν της συμμετοχής τους σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών σε δύσκολους καιρούς, που αποφασίζονται από τις διοικήσεις τους προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των τραπεζών. Είναι πιθανό πως κάποιες από τις τράπεζες, που θα συμμετάσχουν στο εθελοντικό κούρεμα του χρέους του κράτους στο οποίο έχουν την έδρα τους, θα δεχτούν στην συνέχεια την σχεδόν πλήρη κρατικοποιήση τους αφού φυσικά ελένχονται διοικητικά από το κράτος του οποίου το χρέος κουρεύουν. Είναι αναμενόμενο λοιπόν πως τέτοιες πρακτικές κουρέματος κρατικού χρέους θα θήξουν ανεπανόρθωτα την εμπιστοσύνη των επενδυτών προς το κράτος που θα τις ακολουθήσει.

Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε πως οι δανειστές ενός οφειλέτη όταν αυτός βρεθεί σε αδυναμία έχουν συχνά διαφορετική αντιμετώπιση ανάλογα με την ισχύ τους. Όταν ο οφειλέτης είναι ένα ολόκρηρο κράτος οι επιπτώσεις στο τραπεζικό και ασφαλιστικό του σύστημα είναι συνήθως αναπόφευκτα σημαντικές. Οι δανειστές που είναι πιο ισχυροί πιθανότατα θα αποφύγουν σε μεγάλο βαθμό το κούρεμα, που θα γίνει προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Το κούρεμα αυτό πιθανότατα θα επιβαρύνει περισσότερο τους ασθενέστερους δανειστές ανάμεσα στους οποίους είναι συνήθως οι εγχώριες τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Τα κρατικά ασφαλιστικά ταμεία αποτελούν ένα καλό παράδειγμα που δείχνει πως η έλλειψη ισχύος του δανειστή σε σχέση με τον οφειλέτη γέρνει σοβαρά την πλάστιγγα υπέρ του δεύτερου. Τα κρατικά ασφαλιστικά ταμεία συχνά δανείζουν ύστερα από απόφαση των διοικήσεων τους ή πολλές φορές δια νόμου με ιδιαίτερα προνομιακούς όρους το κράτος στο οποίο υπάγονται. Οι διοικήσεις των κρατικών ασφαλιστικών ταμείων που αποφασίζουν την συμμετοχή των ταμείων στο κούρεμα του χρέους του κράτους στο οποίο υπάγονται εκλέγονται και ελένχονται σε μεγάλο βαθμό από την κύβερνηση του κράτους που επιζητά το κούρεμα. Η επιρροή των ασφαλισμένων είναι συχνά πολύ περιορισμένη. Ευελπιστούν πως τα δικαιώματα τους δεν θα θηγούν και πως το κράτος θα παράσχει την αναγκαία οικονομική ενίσχυση ώστε να καλυφθούν οι ζημιές από το κούρεμα. Όμως οι δυνατότητες ενός κράτους, που είναι κοντά στην πτώχευση, να δώσει μια τέτοια βοήθεια είναι ιδιατέρως περιορισμένες ειδικά όταν έχουν αναληφθεί εμπράγματες υποχρεώσεις έναντι των ξένων δανειστών.

Τα ηθικά ζητήματα που ανακύπτουν κατά την κατανομή των βαρών που προκύπτουν από τον υπέρμετρο δανεισμό ή ενός κράτους ή τη χρεοκοπία του είναι ιδιατέρως σοβαρά. Βασικότερο ερώτημα παραμένει το ποιος και πως θα πληρώσει τα σπασμένα. Η ίδια η απάντηση στο δυσεπίλυτο αυτό ερώτημα είναι συχνά εξίσου σκληρή με την αναζήτηση της.

Όλες οι παραπάνω σκέψεις, οι προβληματισμοί, τα ερωτήματα και οι παρατηρήσεις πηγάζουν από την έντονη ανησυχία μου, όχι μόνο για το μέλλον της χώρας μου, αλλά για το μέλλον του ανθρώπου γενικότερα. Αυτή η ανησυχία αυξάνει όσο συναισθάνομαι πως η πρόοδος και η ευτυχία του βασίζονται σε σημαντικό βαθμό στην εξομάλυνση των συναλλακτικών ηθών και στην επίτευξη μιας ουσιαστικής οικονομικής σταθερότητας που για πολλούς είναι πια ένα μακρινό όνειρο. Ο μεγαλύτερος μου φόβος παραμένει η απώλεια της ελπίδας. Αν την οικονομική πτώχευση ακολουθήσει η ψυχική τότε δεν έχει χαθεί η μάχη αλλά ο πόλεμος.

Κουράγιο...

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Αναζητώντας τους ήρωες του σήμερα…

Πριν κάποιος χαρακτηρίσει ορισμένα πρόσωπα της σύγχρονης ζωής ήρωες θα πρέπει πρώτα να ορίσει με σαφήνεια τι είναι ήρωας, ποια είναι τα ιδιαίτερα γνωρίσματα του, η αποστολή του. Ήρωας για πολλούς είναι αυτός που τολμά να κάνει αυτό που οι άλλοι διστάζουν ή αποφεύγουν να πράξουν, αυτός που ορμώμενος από ανιδιοτελή κίνητρα θυσιάζεται για το κοινό καλό παραδειγματίζοντας τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας. Ο ηρωισμός του μετριέται με βάση το βαθμό της θυσίας του, το όφελος προς την κοινωνία, τους κινδύνους και τα ρίσκα που αναλαμβάνει.

Ένα άλλο σημαντικό γνώρισμα των ηρώων είναι η ανιδιοτέλεια τους, ο εγωισμός τους συχνά εξαντλείται στην επιδίωξη της δόξας και υστεροφημίας, απαρνούμενοι υλικά αγαθά και συμβατικές απολαύσεις. Η δράση τους, όταν αναγνωρισθεί, προκαλεί θαυμασμό σπάνια όμως οδηγεί τους «θαυμαστές» σε μιμητισμό. Εμπνέουν συχνά αλλά σπάνια οδηγούν πραγματικά τις εξελίξεις. Ο ηρωισμός τους συχνά είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό που ελάχιστα επηρεάζει το περιβάλλον τους. Και όμως δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι είναι πίσω από τις μεγάλες αλλαγές, κινητήριοι μοχλοί των επαναστάσεων και των μεταρρυθμίσεων, ενώ στην πραγματικότητα είναι απλώς σύμβολα, σημεία αναφοράς.

Η αναζήτηση τους είναι πράγμα δύσκολο, κρύβει παγίδες. Η εσφαλμένη ανάδειξη ηρώων δημιουργεί λάθος πρότυπα, παρασύρει και μπορεί αποτελέσει στοιχείο εκμετάλλευσης από ιδιοτελείς ανθρώπους. Η ζημιά που μπορεί να προκαλέσει κάποιες φορές είναι πολλαπλάσια της προσφοράς ενός αληθινού ήρωα.

Οι σύγχρονοι ήρωες δε διαφέρουν σε τίποτα από τους χθεσινούς, είναι το ίδιο ανθρώπινοι. Άλλωστε το κυρίαρχο στοιχείο πάντα είναι ο ουμανισμός τους, τα μέσα διαφέρουν αλλά τα κίνητρα και οι σκοποί δεν αλλάζουν. Η αναζήτηση τους ίσως έχει γίνει πιο δύσκολη, όπως η αναζήτηση της αλήθειας μέσα σε μια θάλασσα από ψέματα όμως όσο υπάρχει ειλικρινής διάθεση όλα είναι εφικτά Οι αληθινοί ήρωες δεν περιμένουν την αναγνώριση για να εισπράξουν προσωπικά οφέλη, την επιζητούν ελπίζοντας ότι θα μας παραδειγματίσουν.

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Στήριξη και μετά…

Όλα στη ζωή βασίζονται στην ελπίδα, στην προσδοκία. Όταν αυτή χαθεί κανένα σύστημα, κανένας μηχανισμός υποστήριξης δεν μπορεί να δώσει ώθηση σε κάτι που παραπαίει. Έτσι και οι αγορές, ένα πεδίο δράσης στο οποίο δε χωρούν συναισθηματισμοί, πέρα από τα «παιχνίδια κάτω από το τραπέζι», βασίζονται παραδόξως στο συναίσθημα και στην ψυχική διάθεση αυτών που μετέχουν σε αυτές.

Η ανασφάλεια, η έλλειψη εμπιστοσύνης, η καχυποψία, ο συντηρητισμός όλα είναι παράγωγα της έλλειψης ελπίδας, οράματος, που αναπόφευκτα οδηγεί σε αρνητική ψυχολογική φόρτιση, απαισιοδοξία. Αυτό το βάρος το συναισθάνονται όλοι εκείνοι που βρίσκονται σε καλύτερη θέση, «μυρίζονται» την ευκαιρία και είναι έτοιμοι να την εκμεταλλευτούν.

Ποιος δανείζει άραγε κάποιον που είναι «στο χείλος του γκρεμού»? Γιατί να το κάνει, ειδικά όταν τα οφέλη από την πτώση και τα απομεινάρια που θα αφήσει είναι πολλαπλάσια? Αν πάλι αποφάσιζε να ρισκάρει τι εγγυήσεις και ανταλλάγματα θα ζητούσε από τον δανειζόμενο?

Όταν μια επιχείρηση έχει έλλειμμα, δε βγάζει κέρδος, αυτό που κοιτάς πρώτα δεν είναι τα χρέη και πως θα τα μειώσεις, αυτό που κοιτάς είναι αν μπορείς να την κάνεις κερδοφόρα, πλεονασματική. Χωρίς πλεόνασμα δεν μπορείς να καλύψεις κανένα χρέος, όση στήριξη και να λάβεις, με ότι όρους και να έρθει αυτή, σταδιακά θα απορροφηθεί και θα χαθεί μέσα στην «μαύρη τρύπα» του συνεχούς ελλείμματος. Αν δεν πιστεύεις ότι μπορείς να αντιστρέψεις την κατάσταση και να εξαλείψεις τις ζημιές τότε το παιχνίδι έχει οριστικά χαθεί και απλώς περιμένεις καρτερικά το τέλος.

Οι θυσίες που κάνεις αν δεν οδηγούν σε κάποιο παραγωγικό αποτέλεσμα, αν δε σε οπλίζουν για να θεμελιώσεις κάτι καινούριο, υγειές και προσοδοφόρο, είναι απλώς μια αυτομαστίγωση, που δεν συγκινεί κανέναν.

Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2010

Οικονομικός Μαρασμός – Αιτίες, Διαπιστώσεις και Επιπτώσεις

Καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε, ξοδεύουμε περισσότερα από όσα βγάζουμε και δανειζόμαστε για να καλύψουμε τη διαφορά. Το χρήμα που βγαίνει κάθε χρόνο από τη χώρα είναι πολλαπλάσιο αυτού που έρχεται. Εισάγουμε σταθερά περισσότερο από ότι εξάγουμε. Οι επιδοτήσεις, οι οποίες έτσι και αλλιώς με την Ευρωπαϊκή διεύρυνση και την πάροδο του χρόνου φθίνουν δεν καλύπτον τη διαφορά. Όσο το χρέος και το έλλειμμα μεγαλώνουν τα δημοσιονομικά μεγέθη χειροτερεύουν, οι επισφάλειες αυξάνονται και ο δανεισμός γίνεται με ολοένα και πιο επαχθείς όρους. Ποιος θέλει να δανείσει μια οικονομία που καταρρέει? Θα δάνειζε κανένας μια επιχείρηση που κινδυνεύει να χρεοκοπήσει? Τα επιτόκια δανεισμού είναι πάντοτε ανάλογα του ρίσκου.

Σε μια ιδιαίτερα καταναλωτική κοινωνία όπου η ανθρώπινη επαφή και η δημιουργία έχουν υποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό με την κατανάλωση είναι πολύ δύσκολο να περικόψεις τις δαπάνες σου. Πέρα από τις βασικές σου ανάγκες (στέγη φαγητό και ρουχισμό) για να κινηθείς (αυτοκίνητο, αστικές συγκοινωνίες), να επικοινωνήσεις (κινητή τηλεφωνία, ιντερνετ), να διασκεδάσεις (μπαρ, club) χρειάζεσαι χρήμα. Τα μόνα «δωρεάν» αγαθά, που πληρώνει κανείς έτσι και αλλιώς με τους φόρους του, είναι η εκπαίδευση, η υγεία και κάποιες αμφιβόλου ποιότητας υποδομές.

Με δεδομένο ότι τα περισσότερα αγαθά που καταναλώνουμε είναι εισαγόμενα μας είναι αδύνατο να ελέγξουμε τις τιμές τους. Μας είναι επίσης δύσκολο να αλλάξουμε συνήθειες όσο δαπανηρές και αν είναι. Συχνά καταφεύγουμε στην πίστωση (δόσεις, πιστωτικές κάρτες, δανεισμό) για να εξασφαλίσουμε έναν τρόπο ζωής που με βάση αυτά που έχουμε είναι αδύνατο να διατηρήσουμε. Όταν πια αποφασίσουμε να «μαζευτούμε» είναι συχνά πολύ αργά.

Η έντονη ανασφάλεια που κυριαρχεί σε καιρούς ύφεσης είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της ανάπτυξης. Αυτοί που έχουν αποθέματα διστάζουν να επενδύσουν και περιμένουν μάταια καλύτερες μέρες. Η αγορά παγώνει, η εσωστρέφεια και η καχυποψία μειώνουν τις όποιες δυνατότητες συνεννόησης και συνεργασίας.

Δύο από τους βασικότερους πυλώνες της οικονομίας μας, ο Τουρισμός και η Ναυτιλία έχουν υποστεί σοβαρότητα ζημιά από τη διεθνή ύφεση. Σε χαλεπούς καιρούς ποιος πάει διακοπές και με τι κόστος? Όταν η ζήτηση για προϊόντα διεθνώς έχει πέσει κατακόρυφα τα ναύλα για την μεταφορά τους φυσιολογικά «βουλιάζουν».

Η αγροτική παραγωγή ένας εξίσου σημαντικός εξαγωγικός τομέας που φέρνει επίσης στη χώρα πολύτιμες επιδοτήσεις είναι από καιρό σε βαθύ μαρασμό. Προβλήματα σημαντικά υπήρχαν και πριν την κρίση τώρα τα πράγματα είναι σε οριακό σημείο και το μέλλον είναι ιδιαίτερα αβέβαιο. Μάλλον οδηγούμαστε σε μια καταστροφική και απότομη συρρίκνωση ενός τομέα σημαντικότατου για την αυτοδυναμία και αυτάρκεια της χώρας.

Και τώρα τι μας απομένει?

α) Ο κορεσμένος κλάδος της οικοδομής και των κατασκευών που δε φέρνει έτσι και αλλιώς χρήμα στη χώρα και που πιθανότατα θα οδηγηθεί σε μαρασμό αν αυξηθούν και άλλο οι αντικειμενικές αξίες, οι φόροι ακίνητης περιουσίας και τα στεγαστικά επιτόκια δανεισμού.

β) Η μεταποιητική βιομηχανία… ότι έχει απομείνει μάλλον θα «φύγε騻 και αυτό προς χώρες με λιγότερη φορολογία, λιγότερη γραφειοκρατία, ελαστικότερες σχέσεις εργασίας και φθηνότερο εργατικό δυναμικό.

γ) Οι «αμαρτωλές» Τράπεζες… ΟΥΔΕΝ ΣΧΟΛΙΟ!

δ) Η αγορά των υπηρεσιών η οποία έχει ελάχιστη εξαγωγική δραστηριότητα

ε) Η βαριά βιομηχανία και οι νέες τεχνολογίες οι οποίες είναι σε εμβρυικό επίπεδο όπως και η τεχνογνωσία της χώρας.

Αν λάβουμε υπόψη ακόμη την αναπόφευκτη διείσδυση των πολυεθνικών στην αγορά μας και τον χαμηλότατο δείκτη ανταγωνιστικότητας που έχει η χώρα γενικότερα τότε αντιλαμβανόμαστε πως η κατάσταση είναι τουλάχιστον για κλάματα.

Τώρα το εύκολο θα ήταν να ρίξουμε την ευθύνη στους πολιτικούς, τους «κακούς πλουτοκράτες», τους ξένους δανειστές, την κοινωνική αδικία και και… αφού ξεθυμάνουμε ας κοιταχτούμε στο καθρέπτη και ας αναρωτηθούμε μήπως και μείς με φταίξαμε λίγο, όλο και κάποιο τούβλο αφαιρέσαμε από το «ετοιμόρροπο οικοδόμημα» το οποίο τώρα κάπως πρέπει να αποκαταστήσουμε αλλιώς θα καταρρεύσει πάνω μας και θα μας συνθλίψει.

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2009

Σκέψεις – Σκληρές και Ιδιόρρυθμες

Στη ζωή μου μέχρι σήμερα ποτέ δεν ήμουν ιδιαίτερα δημοφιλής. Οι ιδέες μου, οι απόψεις μου και η δράση μου σπάνια τύχαιναν της επιδοκιμασίας του περιβάλλοντος μου. Οι περισσότεροι άνθρωποι στον κύκλο μου με χαρακτηρίζουν αντισυμβατικό, ιδιόρρυθμο, κάποιοι θα πουν ακόμη πως διακρίνομαι κάποιες φορές από μια τάση αυτοκαταστροφής. Αυτό το τελευταίο ελάχιστα το πιστεύω και θεωρώ πως αυτή η γνώμη βασίζετε στο χάσμα που μας χωρίζει.

Οι ιδιαιτερότητες μου στον τρόπο που εκφράζομε και δρω βασίζονται πάντα στις αξίες μου και στην κοσμοθεωρία μου. Οι απόψεις μου όσο σκληρές και αλαζονικές και να ακούγονται αντικατοπτρίζουν αυτά που πιστεύω. Δυσκολεύομαι να λέω ψέματα, ακόμη και κατά συνθήκη. Οι δημόσιες σχέσεις μου πολλές φορές είναι τραγικές διότι δεν μπορώ να «χαϊδεύω αυτιά» και έχω πάντα πολύ υψηλές απαιτήσεις από αυτούς με τους οποίους συναναστρέφομαι ακόμη και αν εγώ ξέρω πως δεν ανταποκρίνομαι στις δικές τους.

Δεν έχω καμία υπομονή με τους ανθρώπους που δεν μου προσφέρουν τίποτα και κοιτούν πως να με εκμεταλλευτούν. Δείχνω σχετικά εύκολα εμπιστοσύνη, αν αντιληφθώ όμως πως αδικούμε γίνομαι ιδιαίτερα σκληρός. Είναι ίσως η μοναδική μου άμυνα διότι βασίζω ελάχιστα στους άλλους. Δείχνω ανοχή στην έλλειψη σεβασμού αρκεί αυτή να μην επηρεάζει τη ζωή και την διάθεση μου. Αυτό πολλοί το εκλαμβάνουν ως αδυναμία και εκπλήσσονται όταν αντιδρώ απότομα αφού αυτοί ξεπεράσουν τα όρια που έχω θέσει.

Πολλές φορές φλυαρώ ασύστολα για ασήμαντα πράγματα και σιωπώ για αυτά που επηρεάζουν άμεσα τη ζωή μου. Η φλυαρία είναι ένα είδος εκτόνωσης και η σιωπή φυσικά ένα είδος άμυνας. Ίσως να μη χρησιμοποιώ όπως θα έπρεπε τα δύο αυτά εργαλεία. Ξεφεύγω συχνά και κουράζω τους συνομιλητές μου με άχρηστες πληροφορίες και φθηνά κουτσομπολιά. Κανείς άλλωστε δεν είναι τέλειος.

Με πονάει πολλές φορές όταν οι άλλοι δεν αντιλαμβάνονται το σκεπτικό μου και τις προθέσεις μου. Όμως αρνούμαι πεισματικά να γίνω απολογητικός και είμαι πάντα περήφανος για τις απόψεις μου. Σε γενικές γραμμές δε θεωρώ πως με τη δράση μου έχω αδικήσει κάποιον. Δεν έχω κανένα κόμπλεξ για τις ευκαιρίες που μου δόθηκαν και δεν μετανιώνω για τον τρόπο που τις αξιοποίησα. Ούτε φυσικά φθονώ αυτούς που είχαν περισσότερες. Αηδιάζω με τους ανθρώπους που βασίζουν την άποψη τους για μένα στο φθόνο και στον ανταγωνισμό. Αυτό διότι ούτε ανταγωνιστικός είμαι, ούτε προκαλώ με τη στάση μου. Εκτιμώ αυτούς που με αποδέχονται για αυτό που είμαι και δεν με βάζουν σε καλούπια, ούτε με κατατάσσουν σε ομάδες.

Με εκνευρίζουν ιδιαίτερα όλοι οι νεαροί, άκαπνοι, «φιλόσοφοι» με το περισπούδαστο ύφος που μιλούν για τις ανθρώπινες αξίες, την επανάσταση, τις ταξικές συγκρούσεις και την αδικία που τους κατατρέχει. Μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι όταν ανάγουν τη βωμολοχία σε τέχνη και την ημιμάθεια σε επιστήμη. Μιλούν για ισότητα και σεβασμό και έχουν ελάχιστο σεβασμό για όποιον έχει διαφορετική γνώμη. Μιλούν για χαμένες ευκαιρίες και συνήθως δεν παράγουν τίποτα και φυσικά για όλα τους φταίει ο αόρατος εχθρός, το σύστημα και η κακή τους μοίρα που γεννήθηκαν στην κακούργα Ελλάδα που δεν εκτιμά το μοναδικό τους ταλέντο και την τεράστια ευφυΐα τους. Κάποτε θεωρούσα πως η στάση τους οφείλεται σε αφέλεια και σε μια νεανική παρορμητικότητα, τώρα απλώς τους θεωρώ κακομαθημένους εγωιστές. Ίσως τους αδικώ αλλά αυτό πιστεύω και άρα αυτό θα γράψω όσο σκληρό και αν ακούγεται.

Αυτό που με στενοχωρεί ιδιαίτερα είναι πως όλοι μιλάνε για τις αδικίες στη ζωή αλλά στην προσωπική τους πορεία συνήθως δεν κάνουν τίποτα από αυτά που επαγγέλλονται. Κατηγορούν τους άλλους για εκμετάλλευση άλλα όταν τους δοθεί η ευκαιρία κάνουν τα ίδια και χειρότερα. Μιλάν για αλληλεγγύη μόνο όταν έχουν να κερδίσουν κάτι από αυτό, όταν όμως τους έχεις ανάγκη σφυρίζουν σκοπό κλέφτικο.

Όλοι αυτοί που μας καταδυναστεύουν είναι δικιά μας αντανάκλαση, αν δεν αλλάξουμε εμείς γιατί να αλλάξουν αυτοί, που είναι και οι πιο βολεμένοι. Για μένα οι ηθικές αξίες μιας κοινωνίας δεν εξαρτώνται από τάξεις, πλούτο και συγκυρίες αλλά από τη διάθεση που έχει ο καθένας προσωπικά να προσφέρει στο σύνολο και να δώσει το παράδειγμα στους άλλους. Κανείς δεν περιμένει θυσίες άλλα όλοι ελπίζουν πως θα υπάρχει στο μέλλον μεγαλύτερη αλληλοκατανόηση και συνεργασία. Αυτοί που είναι οπαδοί της σύγκρουσης και ριζοσπαστικών αλλαγών απλά με κουράζουν και αρνούμαι να συμπορευτώ μαζί τους ακόμη και αν αυτό είναι δημοφιλές. Παραμένω σταθερά οπαδός της δημιουργίας, του διαλόγου και της σύνθεσης.

Σιχαίνομαι την ηθικολογία αν και εγώ ο ίδιος δεν την αποφεύγω στις συζητήσεις και στα γραπτά μου. Θεωρώ μέγιστους υποκριτές αυτούς που ηθικολογούν ασύστολα ακόμη και αν ο λόγος τους κρύβει αλήθειες. Γενικά είμαι δύσπιστος απέναντι σε ανθρώπους που δηλώνουν «καλά παιδιά» και περιαυτολογούν. Η ταπεινότητα για μένα αποτελεί ύψιστη αρετή, αισθάνομαι ιδιαίτερα άσχημα όταν συνειδητοποιώ ότι έδρασα ή μίλησα αλαζονικά.

Είμαι ίσως πολύ πιο αυστηρός με τους άλλους από ότι με τον εαυτό μου. Είναι κάτι που αποφεύγω να αναλύσω και που μάλλον πρέπει να διορθώσω άμεσα. Μου αρέσει να δοκιμάζω νέα πράγματα αλλά δεν τα βαπτίζω όλα πρόοδο και πολλές φορές με αυτά που βλέπω γύρω μου γίνομαι απαισιόδοξος. Δεν πιστεύω σε θαύματα, ούτε σε μαγικές λύσεις, άλλωστε δεν έχω δει πολλά στη ζωή μου. Κάπου στο βάθος όμως του μυαλού μου διατηρώ την ελπίδα ότι τα πράγματα θα αλλάξουν προς το καλύτερο. Αλλά και να μη γίνει αυτό γενικά είμαι ευχαριστημένος και το μόνο που φοβάμαι είναι οι δυσάρεστες εκπλήξεις που πάντα παραμονεύουν.

P.S.

Σκέφτομαι την επόμενη φορά να γράψω κάτι πιο ευχάριστο και ουσιαστικό ;0)