Καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε, ξοδεύουμε περισσότερα από όσα βγάζουμε και δανειζόμαστε για να καλύψουμε τη διαφορά. Το χρήμα που βγαίνει κάθε χρόνο από τη χώρα είναι πολλαπλάσιο αυτού που έρχεται. Εισάγουμε σταθερά περισσότερο από ότι εξάγουμε. Οι επιδοτήσεις, οι οποίες έτσι και αλλιώς με την Ευρωπαϊκή διεύρυνση και την πάροδο του χρόνου φθίνουν δεν καλύπτον τη διαφορά. Όσο το χρέος και το έλλειμμα μεγαλώνουν τα δημοσιονομικά μεγέθη χειροτερεύουν, οι επισφάλειες αυξάνονται και ο δανεισμός γίνεται με ολοένα και πιο επαχθείς όρους. Ποιος θέλει να δανείσει μια οικονομία που καταρρέει? Θα δάνειζε κανένας μια επιχείρηση που κινδυνεύει να χρεοκοπήσει? Τα επιτόκια δανεισμού είναι πάντοτε ανάλογα του ρίσκου.
Σε μια ιδιαίτερα καταναλωτική κοινωνία όπου η ανθρώπινη επαφή και η δημιουργία έχουν υποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό με την κατανάλωση είναι πολύ δύσκολο να περικόψεις τις δαπάνες σου. Πέρα από τις βασικές σου ανάγκες (στέγη φαγητό και ρουχισμό) για να κινηθείς (αυτοκίνητο, αστικές συγκοινωνίες), να επικοινωνήσεις (κινητή τηλεφωνία, ιντερνετ), να διασκεδάσεις (μπαρ, club) χρειάζεσαι χρήμα. Τα μόνα «δωρεάν» αγαθά, που πληρώνει κανείς έτσι και αλλιώς με τους φόρους του, είναι η εκπαίδευση, η υγεία και κάποιες αμφιβόλου ποιότητας υποδομές.
Με δεδομένο ότι τα περισσότερα αγαθά που καταναλώνουμε είναι εισαγόμενα μας είναι αδύνατο να ελέγξουμε τις τιμές τους. Μας είναι επίσης δύσκολο να αλλάξουμε συνήθειες όσο δαπανηρές και αν είναι. Συχνά καταφεύγουμε στην πίστωση (δόσεις, πιστωτικές κάρτες, δανεισμό) για να εξασφαλίσουμε έναν τρόπο ζωής που με βάση αυτά που έχουμε είναι αδύνατο να διατηρήσουμε. Όταν πια αποφασίσουμε να «μαζευτούμε» είναι συχνά πολύ αργά.
Η έντονη ανασφάλεια που κυριαρχεί σε καιρούς ύφεσης είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της ανάπτυξης. Αυτοί που έχουν αποθέματα διστάζουν να επενδύσουν και περιμένουν μάταια καλύτερες μέρες. Η αγορά παγώνει, η εσωστρέφεια και η καχυποψία μειώνουν τις όποιες δυνατότητες συνεννόησης και συνεργασίας.
Δύο από τους βασικότερους πυλώνες της οικονομίας μας, ο Τουρισμός και η Ναυτιλία έχουν υποστεί σοβαρότητα ζημιά από τη διεθνή ύφεση. Σε χαλεπούς καιρούς ποιος πάει διακοπές και με τι κόστος? Όταν η ζήτηση για προϊόντα διεθνώς έχει πέσει κατακόρυφα τα ναύλα για την μεταφορά τους φυσιολογικά «βουλιάζουν».
Η αγροτική παραγωγή ένας εξίσου σημαντικός εξαγωγικός τομέας που φέρνει επίσης στη χώρα πολύτιμες επιδοτήσεις είναι από καιρό σε βαθύ μαρασμό. Προβλήματα σημαντικά υπήρχαν και πριν την κρίση τώρα τα πράγματα είναι σε οριακό σημείο και το μέλλον είναι ιδιαίτερα αβέβαιο. Μάλλον οδηγούμαστε σε μια καταστροφική και απότομη συρρίκνωση ενός τομέα σημαντικότατου για την αυτοδυναμία και αυτάρκεια της χώρας.
Και τώρα τι μας απομένει?
α) Ο κορεσμένος κλάδος της οικοδομής και των κατασκευών που δε φέρνει έτσι και αλλιώς χρήμα στη χώρα και που πιθανότατα θα οδηγηθεί σε μαρασμό αν αυξηθούν και άλλο οι αντικειμενικές αξίες, οι φόροι ακίνητης περιουσίας και τα στεγαστικά επιτόκια δανεισμού.
β) Η μεταποιητική βιομηχανία… ότι έχει απομείνει μάλλον θα «φύγε騻 και αυτό προς χώρες με λιγότερη φορολογία, λιγότερη γραφειοκρατία, ελαστικότερες σχέσεις εργασίας και φθηνότερο εργατικό δυναμικό.
γ) Οι «αμαρτωλές» Τράπεζες… ΟΥΔΕΝ ΣΧΟΛΙΟ!
δ) Η αγορά των υπηρεσιών η οποία έχει ελάχιστη εξαγωγική δραστηριότητα
ε) Η βαριά βιομηχανία και οι νέες τεχνολογίες οι οποίες είναι σε εμβρυικό επίπεδο όπως και η τεχνογνωσία της χώρας.
Αν λάβουμε υπόψη ακόμη την αναπόφευκτη διείσδυση των πολυεθνικών στην αγορά μας και τον χαμηλότατο δείκτη ανταγωνιστικότητας που έχει η χώρα γενικότερα τότε αντιλαμβανόμαστε πως η κατάσταση είναι τουλάχιστον για κλάματα.
Τώρα το εύκολο θα ήταν να ρίξουμε την ευθύνη στους πολιτικούς, τους «κακούς πλουτοκράτες», τους ξένους δανειστές, την κοινωνική αδικία και και… αφού ξεθυμάνουμε ας κοιταχτούμε στο καθρέπτη και ας αναρωτηθούμε μήπως και μείς με φταίξαμε λίγο, όλο και κάποιο τούβλο αφαιρέσαμε από το «ετοιμόρροπο οικοδόμημα» το οποίο τώρα κάπως πρέπει να αποκαταστήσουμε αλλιώς θα καταρρεύσει πάνω μας και θα μας συνθλίψει.
Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)