Δευτέρα 29 Δεκεμβρίου 2008
Διχασμός
Η βία στις διαδηλώσεις, ο χουλιγκανισμός στα γήπεδα, ο ρατσισμός στις συμπλοκές και στο έγκλημα, οι φωνές, τα νεύρα και οι φασαρίες στη δουλειά και στους δρόμους όλα εκπορεύονται από ένα τυφλό φανατισμό που τρέφεται από αυτόν το διχασμό. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι αφίσες, οι τοίχοι γεμάτοι εμπρηστικά συνθήματα, τα πάνελ και οι πολιτικές εκπομπές είναι πρώτα σε θεαματικότητα, οι κερκίδες των φανατικών οπαδών γεμάτες, τα γκέτο πληθαίνουν, οι παρέες μοιάζουν με ταξικές ομαδούλες. Η ευγένεια, η διάθεση για συνεννόηση, η διπλωματία, ο σεβασμός της διαφορετικότητας, όλα αυτά θεωρούνται σπουδαίες αρετές που σπάνια συναντάς μαζεμένες σε έναν άνθρωπο.
Η ιδέα της συγχώρεσης και της κατανόησης υποχωρούν, η εκδικητικότητα, η αυτοδικία και ο τσαμπουκάς δικαιολογούνται από την πλειοψηφία γιατί ζούμε λέει σε μια «ζούγκλα». Μια ζούγκλα την οποία εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε, δεν ήταν προϊόν καμίας προβοκάτσιας ούτε κάποιου παράκεντρου εξουσίας. Μια ζούγκλα την οποία τροφοδοτούμε και συντηρούμε με τις εσωτερικές μας διαμάχες και συγκρούσεις.
Η πολιτική, οικονομική και πνευματική ελίτ μιλά συνεχώς για συμφιλίωση, γαλήνη, ηρεμία και πρόοδο, στην πράξη όμως… Η πολιτική και οικονομική κρίση αντί να μας φέρει πιο κοντά επιτείνει το κοινωνικό και πολιτικό χάσμα. Οι ακροδεξιοί το παίζουν εθνοσωτήρες, οι δεξιοί οπαδοί της τάξης, οι φιλελεύθεροι θεωρούν ότι είναι οικονομικοί εγκέφαλοι, οι κεντρώοι υπερασπιστές της προόδου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι αριστεροί ότι είναι οι μόνοι κοινωνικά δίκαιοι και οι ακροαριστεροί θεματοφύλακες μιας διαρκής επανάστασης. ¨Όλοι διεκδικούν την ιδεολογική πρωτοκαθεδρία στηλιτεύοντας τους αντιπάλους τους και χαϊδεύοντας τα αυτιά των οπαδών τους, τους οποίους χρόνια τώρα φανατίζουν με υποσχέσεις και μεγάλα λόγια.
Ο συμβιβασμός θεωρείται ένδειξη αδυναμίας, η υποχώρηση προδοσία, η ευγενής άμιλλα ηλιθιότητα. Η υπερβολή, ο ναρκισσισμός, η σκληρότητα και ο τσαμπουκάς έχουν γίνει τρόπος ζωής. Κάποτε, έστω, μας χώριζαν διαφορετικά οράματα, τώρα τα πράγματα έχουν γίνει πολύ πιο πεζά. Ο ωμός ρεαλισμός και η απληστία μας ωθούν σε άκρως εγωιστικές κινήσεις με πρόσκαιρα μόνο οφέλη. Η καχυποψία και ο φόβος για αυτόν που ανήκει σε διαφορετική κοινωνική, φυλετική, ταξική, πολιτική ομάδα είναι συχνά τα συναισθήματα που υπαγορεύουν τον τρόπο σκέψης και δράσης μας.
Ακόμη και αυτοί που μιλούν για πολυπολιτισμικές κοινωνίες και ανοχή πολλές φορές προάγουν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που βαθειά επιθυμούν, μια ανοχή στη διαίρεση και στην γκετοποιήση. Καθετί που ενώνει καταδικάζετε πολλές φορές ως μέσο δυναστευτικής ομογενοποιήσης και εξάλειψης της αναγκαίας διαφορετικότητας.
Σε μερικές χώρες είδαμε πως το πρόβλημα της ομαλής συμβίωσης «λύθηκε» με τη βίαιη αυτοδιάθεση ή αυτονόμηση περιοχών, την αλλαγή πολιτικού συστήματος ή και πολιτεύματος με ξένη επέμβαση, την εκδίωξη εθνικών και πολικών ομάδων, τον εμφύλιο σπαραγμό και άλλα δεινά… Τέτοια ενδεχόμενα, «πονηρά» σενάρια μπορεί να μοιάζουν μακρινά για τη χώρα μας, αλλά σίγουρα δεν πρέπει να αποκλειστούν, ειδικά σε περιόδους αστάθειας και λαμβάνοντας υπόψη την εξάρτηση της χώρας από εξωτερικούς παράγοντες τους οποίους δεν μπορεί να ελέγξει, ούτε να επηρεάσει. Δεν φαίνεται να έχουμε διδαχθεί πολλά από τα παθήματα του παρελθόντος, πολύ εύκολα καταστρέφουμε και δύσκολα δημιουργούμε.
Εύκολες λύσεις σίγουρα δεν υπάρχουν…
Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2008
Αυτόκλητοι Υπερασπιστές
Μιλάνε για κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα, ευκαιρίες, πρόοδο, ανάπτυξη… Μεγάλα λόγια από «βολεμένους» ανθρώπους. Βρίσκουν πάντα αποδιοπομπαίους τράγους, τους οποίους εξευτελίζουν και καταστρέφουν με αργό, σχεδόν βασανιστικό ρυθμό για να παραδειγματίσουν την κοινωνία και να κάνουν επίδειξη δύναμης. Τι ζητάνε επιτέλους? Δύναμη, εξουσία, προσοχή?
Δεν είναι τυχαίο πως κατηγορίες για ρατσισμό και εκμετάλλευση σχεδόν πάντα αποδίδονται από τους ισχυρούς στους αδύναμους. Οι κοινωνικές συγκρούσεις και διαιρέσεις αποτελούν βούτυρο στο ψωμί των ισχυρών που πάνε με την μία ή την άλλη πλευρά ανάλογα με το συμφέρον τους. Η ιστορία άλλωστε γράφεται πάντα από τους νικητές και η αλήθεια χάνεται πολλές φορές μέσα σε ογκώδεις φάκελους από αναλύσεις, ψευδομαρτυρίες ερμηνείες και υποθέσεις.
Για αυτούς τους αυτόκλητους υπερασπιστές οι λύσεις είναι σχεδόν πάντα συγκρουσιακές, οδυνηρές. Βαφτίζουν την αδικία ως ωμό ρεαλισμό, την ταπείνωση συμβιβασμό. Προτρέπουν πάντα τις αντιμαχόμενες παρατάξεις να συμφιλιωθούν με τους δικούς τους όρους και αναμένουν την ανάλογη αμοιβή για τις «πολύτιμές υπηρεσίες» τους.
Όλα γίνονται στο όνομα του ανθρωπισμού, τίποτα όμως δεν μοιάζει ανθρωπιστικό και δίκαιο. Μπορεί άραγε ποτέ ο ισχυρός να κατανοήσει τα προβλήματα των αδυνάτων και να αγωνιστεί ειλικρινά για τη λύση τους? Και ποια είναι τα μέσα του? Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, η πολιτική, οικονομική και στρατιωτική του ισχύ, η διπλωματία? Έχουν ανάγκη οι αδύνατοι τους ισχυρούς για να λύσουν τα προβλήματα τους?
Αν είχα την απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα θα πρότεινα και λύσεις. Το σίγουρο είναι πως έχω πολύ λίγη εμπιστοσύνη και βλέπω με μεγάλη επιφύλαξη όλους όσους θεωρητικολογούν για τα προβλήματα της κοινωνίας και διεκδικούν τίτλους και τιμές σε «ανθρωπιστικούς αγώνες».
Σε όλα χρειάζεται μια ισορροπία, ένα μέτρο, σύνεση και διορατικότητα. Η επίκληση «των μεγάλων δυνάμεων» προς αναζήτηση σωτηρίας μόνο λυτρωτική δεν μου φαντάζει. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν έχει ανάγκη από αυτόκλητους υπερασπιστές!
Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2008
Κρίμα
Δυστυχώς για μία ακόμη φορά δείξαμε πόσο ανώριμα και ανεύθυνα δρούμε σαν κοινωνία. Άναρχες διαδηλώσεις, άσκοπη βία σε περαστικούς, πετροπόλεμος, κάψιμο αυτοκινήτων, κάδων καταστημάτων, καταλήψεις και φθορές σε δημόσια περιουσία που πληρώνουμε σαν φορολογούμενοι. Φωτιά και τσεκούρι, οι ζωές όμως δεν γυρνούν πίσω και οι καταστροφές και τα επεισόδια δεν τιμούν τη μνήμη τους. Η ανεύθυνη μικροπολιτική εκμετάλλευση και οι εμπρηστικές δηλώσεις απλώς επιτείνουν το πρόβλημα. Η λογική έχει δώσει τη θέση της στο πρωτόγονο ένστικτο, η δημοκρατία στην οχλοκρατία. Αυτό που γίνεται δεν είναι επανάσταση, αντίσταση, ούτε λαϊκός αγώνας, μια ανοησία είναι που θα μας στοιχίσει ακριβά, και δεν εννοώ μόνο οικονομικά.
Ας φανταστούμε έναν κόσμο χωρίς αστυνομία, δικαστήρια, κυβερνήσεις. Ποιος θα επικρατούσε??? Είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε ιδιωτικούς στρατούς, αυτόκλητους προστάτες και σωτήρες, αυτοδικία. Αν οι αρχές και το σύστημα ήταν το πρόβλημα μόνο, η λύση θα ήταν απλή και η αναρχία το πιο αγαπητό κίνημα. Όταν μας κλέψουν, μας παρενοχλήσουν, μας χτυπήσουν που θα στραφούμε για βοήθεια??? Η συντριπτική πλειοψηφία θέλει ένα περιπολικό να φρουρεί τη γειτονιά της, το κατάστημα της. Θέλει τη γειτονιά της ήρεμη, την περιουσία της προστατευμένη. Οι ίδιοι άνθρωποι όμως εύκολα συναρπάζονται από τα επεισόδια που γίνονται τώρα, τα ερμηνεύουν σαν αντίσταση κατά της αδηφάγου εξουσίας, τα ηρωοποιούν και πολλές φορές συμμετέχουν σε αυτά.
Θα ήθελα να ξέρω πως θα αισθανόντουσαν όλοι αυτοί, που τώρα ρίχνουν ανέξοδα μολότοφ όπου βρουν, αν τους έκαιγε κανείς το σαλόνι, το στερεοφωνικό ή το μηχανάκι. Τώρα το αίμα βράζει. Όταν όμως σε μερικά χρόνια βάλουν πέντε δεκάρες στην άκρη και αγοράσουν μια μερσεντές για να εντυπωσιάσουν την γκόμενα, να κάνουν το κέφι τους, τότε θα τους πονέσει και θα τους τσούξει αν κάποιος ανεγκέφαλος νεαρός τους σπάσει το παρμπρίζ. Όλοι στην ίδια κοινωνία ζούμε. Όσο σηκώνουμε τοίχοι, κάνουμε διακρίσεις, ασκούμε βία τόσο θα επιτείνεται η δυστυχία, ο φόβος, η ανασφάλεια, η καχυποψία, ο ρατσισμός.
Αναμφίβολα, η εξουσία και οι υπηρέτες της, οι προνομιούχοι έχουν βαριές ευθύνες όμως αυτό δεν μπορεί να δικαιώσει την εσφαλμένη, υπερβολική, καταστροφική αντίδραση. Πάλι θα ακουστούν δικαιολογίες για τις καταστροφές, «μας προκάλεσαν», θα πουν κάποιοι. Εγώ πιστεύω πως αν θέλει κάποιος να κάνει ειρηνική πορεία καμία πρόκληση δεν μπορεί να τον οδηγήσει στο χάος που ζούμε σήμερα.
PS
Κανείς δεν είπε όχι στις διαδηλώσεις. Κανείς υπεύθυνος όμως δεν θα δικαιώσει αυτά που έγιναν χθες και σήμερα. Άνθρωποι είμαστε και όχι αγέλη ζώων!
Ξέρω πως με αυτά που έγραψα σήμερα θα απογοητεύσω πολλούς «προοδευτικούς» φίλους και συγγενείς. Θα γίνω δυσάρεστος, ίσως ακόμη και αντιπαθής σε αυτούς που δικαιώνουν τα επεισόδια. Τι να κάνουμε έτσι αισθάνομαι και στο κάτω κάτω δεν βάζω και υποψηφιότητα για καμία θέση, ούτε επιθυμώ να εντυπωσιάσω τον περίγυρο μου.
Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008
The Ancient Art of Diplomacy…
The question for every diplomat, statesman, trying to reach a settlement between two parties is usually whether to lie or not. Lies that hide painful truths can make his life easy, enhance his communication strategy, his short-term popularity amongst the demanding public. There are many simple rules in diplomacy and one of the most important is to make the loosing party forget about its defeat and losses. People are born to fight, in many cases to the beater end. Realism often gives way to passion and instinct. Painful compromises are hard to swallow, especially by proud and brave men. How do you make them forget their honor and sense of duty towards their country? How do you break them?
Blurring the truth is one way. Another way is to search and exploit their personal weaknesses. A man’s true quality is proven in difficult times. Under systematic political and psychological pressure even the finest of men may break. What is more effective and efficient, to search for your opponents weakness or try to find grounds of common interest and understanding? Is morality essential when you defend your state’s interests? Do you seek cooperation or domination? Difficult questions to answer, especially by ordinary people like me that have no experience or knowledge on international affairs.
Do the rules of every-day diplomacy between ordinary people have any connection, similarities with those implemented in relations between states and international organisations? In their every-day business ordinary people often lie, stretch and/or hide the truth in order to be polite, sell goods, forge alliances etc. Our moral standing can probably be perceived as a reflection of how our state conducts itself in its dealings with us and the world in general. We demand honesty and integrity by those that represent us internationally, the question is whether we are ready to pay a price for it? On the other hand can we trust a diplomat that lies today in order to serve our interests, what if he betrays us in the future and does it for the opposite reasons? Can we find justice using immoral political and diplomatic tools, is it possible? Can we be honest in a world where dishonesty and greed are so often encountered?
All the above questions have been troubling me for years and I still have not found straight answers. Perhaps things will change, perhaps…
PS
How can you not admire people that can persuade others just with their words to lay down their weapons? Nevertheless this power some times scares me more than the sight of a lethal weapon.
Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008
Bureaucracy… my every-day monster
Over the years as I became more aware of laws and processes the myth of the powerful, wise clerk faded way. In my technocratic perception of life bureaucracy became a useless hurdle designed to enslave modern people in a crumbling, conservative, capitalistic and therefore unfair society. Bureaucracy and the associated inefficiency and corruption in the public sector spill over into the private sector creating a “beast” that threatens to “devour” the ordinary man. An overcomplicated legal system with conflicting laws keeps the old bureaucratic system alive and strong as ever.
Nowadays most of the government buildings have been refurbished; the old typewriters have been replaced by fancy computers however bureaucracy remains an unsolved problem. The clerks still fill out endless forms with their dirty, sticky keyboards and cheap pens and demand the same from us. The time and financial cost of dealing with this “sociological monster” has become unbearable. The legal framework on which the system is based becomes more and more complicated and difficult to follow. Options and chances of appeal for unjust decisions have become scarce and financially catastrophic. Governments create new services and departments for even the tiniest and simplest of jobs. This unnecessary sharing of authority and responsibility has only made things worse. Your applications, details and forms are referred from one department to the other and precious time is lost.
The most distressing thing is that the amount of paperwork as you try to do something innovative and progress yourself grows exponentially, especially if you request state support and funding. The whole system forces you to put aside your dreams of becoming an entrepreneur, a productive member of the society. How can a man say he has full human rights if he is denied the right of being his own boss?
PS
I know that some of the expressions I use are directly translated from Greek but I categorically refuse to apologise for that!
Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008
Fading Memories…
Last week I was talking to a friend I have known for many years, his attitude, his way of thinking appears to have changed very little the last 10 years. I cannot say the same about the rest of my friends, most have matured beyond recognition. The things we did in the past are now distant memories, we only remember the craziest things, the most embarrassing moments, accidents and disasters. I personally hardly remember the satisfaction from my achievements. People ask me how I felt living abroad for so many years; it is becoming more and more difficult to describe it, especially when I talk about how it was in the nineties. I look back at the missed opportunities and I do not remember how I messed things up, what made me weak, did I ever learn any lessons from them, did I become a better man?
People say I am still young, the future is ahead of me, yet what is the future worth if you cannot remember your past. Nowadays I look around me, I see people much younger than me, with more opportunities and energy. They have no fear for the future, I remember having that feeling when I was a student; I felt that the world was mine. Now that feeling like many other pleasant ones is a distant memory. Pragmatism has “crashed” most of my wild dreams and has changed my character. Some times I still behave like an immature teenager; I only do it in a fatal attempt to grasp that feeling from the past.
How things change!
A desperate football fan’s thoughts…
We shall pick our peaces, lick our wounds and fight another day. A man’s quality is measured in difficult times; a great team needs to know how to respond after a bad result. In football as in life wisdom is gained through mistakes, accidents or even disasters. The joy of winning the title, after overcoming all these difficulties and suffering the pain from them, will be even greater and sweeter. If the lessons learnt from this game change our attitude, many years from now we will remember it as a turning point and be proud of our achievements.
PS
I will never understand what makes a man devote so much energy, time and hart into supporting a sports club.
Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2008
Μια Βόλτα στο Κέντρο
Από μικρός όταν με έπαιρνε μαζί στις δουλειές του ο πολυπράγμων πατέρας μου έβλεπα με δέος, σχεδόν φόβο, αυτή την τόσο ζωντανή περιοχή. Ο κόσμος που έβλεπες εκεί ήταν μπαρουτοκαπνισμένος, είχε χωρίς υπερβολή μεταπτυχιακά στο πανεπιστήμιο της ζωής και υπέμενε με στωικότητα το νέφος, την αυξημένη εγκληματικότητα και την έλλειψη υποδομών και πρασίνου. Ήταν ένας κόσμος πολύ διαφορετικός από τον μεσοαστικό μου κύκλο στα προνομιούχα νότια προάστια. Πιο άγριος, πιο ψημένος και πιο αληθινός.
Θυμάμαι το γραφείο του πατέρα μου στα Εξάρχεια, ο μινιμαλιστικός διάκοσμος, οι φθορές και οι ατέλειες στα φινιρίσματα το έκαναν να ταιριάζει απόλυτα με το περιβάλλον. Η άνεση και η πολυτέλεια, ήταν έννοιες που είχαν εξοστρακιστεί από την περιοχή. Κάθε φορά έπρεπε να δώσουμε μάχη για μια θέση στάθμευσης για τη σακαράκα μας, την οποία γεμίζαμε με διάφορες σαβούρες αλλά και χρήσιμα πράγματα που αγοράζαμε από καταστήματα της περιοχής. Περπατούσα πάντα προσεκτικά, φοβισμένα. Τα βρώμικα πεζοδρόμια ήταν γεμάτα παγίδες. Το βράδυ πάλι απεφεύγα όσο μπορούσα τα σκοτεινά σοκάκια.
Τα τελευταία χρόνια ή περιοχή από την Ομόνοια μέχρι τα Εξάρχεια έχει γίνει πιο πολυπολιτισμική, πολλά κτήρια έχουν ανακαινιστεί, η τουριστική ζώνη έχει γεμίσει με γκλαμουράτα σουβλατζίδικα και ακριβά ξενοδοχεία. Σιγά, σιγά γίνεται trendy. Δεν έχει χαθεί όμως ο λαϊκός χαρακτήρας, οι πλανόδιοι μικροπωλητές δίνουν ακόμη τη μάχη για το μεροκάματο. Οι περισσότεροι χωρίς άδεια, λαθρομετανάστες χωρίς χαρτιά, μόλις δουν μια περιπολία της δημοτικής αστυνομίας μαζεύουν μέσα σε δύο δευτερόλεπτα την πραμάτεια τους και αρχίζουν να τρέχουν στα σοκάκια. Το είδα και δεν το πίστευα, δέκα λεπτά μετά ξανά στο ίδιο σημείο παρά την παρουσία της κανονικής αστυνομίας. Οι τελευταίοι με αλεξίσφαιρα γιλέκα και περίστροφα έχουν πιο σοβαρές δουλείες από το να κυνηγήσουν μερικούς ταλαίπωρους.
Ο ήχος από τα δισκοπωλεία, οι παλιομοδίτικές βιτρίνες των παρακμασμένων μικρών μαγαζιών, ο βαρύς διάκοσμος των μικρών μπαρ, τα ξενοίκιαστα μαγαζιά και οι κακοσυντηρημένες πολυκατοικίες συνθέτουν μια περίεργη ατμόσφαιρα «όμορφης παρακμής». Ανάμεσα στα παλιά, μίζερα, γκρίζα κτήρια και τα γραφικά νεοκλασικά ξεφυτρώνουν σιγά, σιγά μοντέρνα κτίρια γραφείων, που υπενθυμίζουν τη δύναμη παρέμβασης του μεγάλου κεφαλαίου σε μια περιοχή με έντονο λαϊκό και «επαναστατικό» προφίλ. Οι αντιθέσεις χρόνο με το χρόνο γίνονται πιο έντονες.
Μέσα σε όλα παρατηρώ και τους ποδηλάτες, που συμμετέχουν στο ποδηλατικό γύρο της Αθήνας. Άνθρωποι κάθε ηλικίας. κάποιοι μοιάζουν επαγγελματίες αθλητές, άλλοι έχουν απλώς οικολογικά κίνητρά, τα παιδιά πειράζουν το ένα το άλλο. ‘Όλα αυτά μου μοιάζουν γραφικά και εφετζίδικα σε μια πόλη με ελάχιστο πράσινο, ανυπαρξία ποδηλατοδρόμων και περιορισμένο γενικά σεβασμό για τους ποδηλάτες. Μπορεί να είμαι σκληρός και άδικος άλλα όλοι οι συμμετέχοντες μοιάζουν ξένοι στο τοπίο.
Μου είναι δύσκολο να αποφασίσω αν συμφωνώ συνολικά με την πρόοδο ή όχι. Όσο περνούν τα χρόνια αισθάνομαι όλο και πιο «τουρίστας». Χάνω σιγά, σιγά την επαφή μου με το ιστορικό κέντρο. Μεταμορφώνομαι σε έναν τυπικό αστό με τη μόνη διαφορά ότι δεν έχω κάποια περιοχή σαν σημείο αναφοράς, καταγωγής. Έχω αλλάξει τόσες πολλές φορές τοποθεσία διαμονής που δεν έχω προλάβει να δεθώ με κάποια περιοχή. Μονάχα κοιτώ με νοσταλγία τις περιοχές που μεγάλωσα, ο χρόνος όμως δεν γυρίζει πίσω…
Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2008
Where did all the trust go?
In my humble opinion the stock market’s fundamental fault is that big companies ask simple people that know little or nothing about the financial markets to trust them, invest their savings and assume risks that are just way beyond them. The vast majority of shareholders has very little or no say at all on what strategy a company should follow, how it should manage its assets and compensate its stuff. However they still trust the companies issuing the stock and hope that their endeavor will pay off. Without this blind trust markets would crumble and would eventually become elitist clubs of the rich.
In any form of business trust is a fundamental thing without which no deal would ever take place. In business deals, even the most simple, humans basically trust either that there is mutual interest and that both parties will gain from the deal or they just trust their ability to extract profit from the other party at its expense, in other words “rip off” the other party. Yes even fraud is based on trust, some say that it is based on people being naive, when you trust the wrong person you are labeled naïve. On the other hand how can you know the other person’s true intentions?
All major institutions in modern societies are based on trust. People in most of their disputes trust the legal system. They trust their lawyer will serve their interests to the best of his or her abilities and that that the judiciary will be impartial and fair in its decisions. If this trust was lost everybody would take the law in his or her own hands and the law of the strongest would always prevail. Some people argue that the latter is a reality as we speak.
One cannot become a true leader without the trust of his followers. In times of war soldiers trust their officers with their lives to lead them into battle and if they get injured they trust their doctors will do anything possible to help them recover. Wars and basically all types of conflict are fundamentally based on mistrust. This is the case if we assume that it is a common interest for all humans to cooperate and live in harmony with each other.
People participate in a democracy because they trust that the politicians they vote to represent them will honor their commitments and serve honestly and wisely their communities. Citizens pay taxes because they trust that money will be spend in improving the infrastructure and providing education, national insurance and public safety and order. Government corruption, scandals, wasteful spending and bad public services will motivate people to cheat the government and avoid paying taxes. Simple people often have the feeling that the rich never assume their responsibility towards the society they profit so much from and that most of the tax burden is carried by the poor and those that have no means of finding loopholes in the tax system.
Working people pay towards their national insurance and/or pension fund scheme trusting that this money will be well managed and that one day they will be able to retire in dignity. Greedy, inexperienced pension fund managers in deregulated financial markets may easily dishonor this trust with catastrophic consequences. The same applies for bankers and mutual fund managers managing funds and assets that are not only based on contributions from the rich.
My personal opinion is that a company can never be too big to fail, there is always a risk when you invest in something. Even government insured bonds have a risk. You can never be too informed, in the end you have to trust your judgment and manage the risk appropriately. There are no magic recipes or sure bets. People trust the “modern wizards of finance” and often seek professional advice from stock brokers and bankers. My question is if they had all the answers then why would they share the knowledge? How much can you trust modern information networks providing information about the markets that are full of advertisements and sponsorships from the companies they provide information for? This apparent conflict of interest is bound to diminish people’s trust and raise questions on the ethics of such practices.
The recent economic crisis has damaged ordinary people’s confidence and trust on the modern capitalist system.They feel more and more that the system was designed to benefit few. They feel that their trust was mishandled by greedy people that pushed for more deregulation. They preached that deregulation was equivalent to freedom and forgot to mention that regulations exist to minimise the risk and protect the weak.
The freedom provided to big companies in terms of creative accounting and asset management has undermined transparency and has made it extremely difficult to register assets and liabilities of large corporations that have failed. The accounting mess that is around the market, which is inflated by dodgy mergers and acquisitions, will take years to clear up and I very much doubt there is sincere will by the “big bosses” to do so. Plenty of investors fear that everybody is trying to berry the tracks that lead to those that were responsible for the mess, nobody wants to register the true size of their damages, and plenty of bad loans are still measured as potential assets. In the absence of honesty and accountability trust is quickly fading away.
Total freedom means total trust .such a thing in order to work would need all of us to be not just good, honest, law obedient citizens but saints. It is clear that risk and trust go together and both should be well thought. Those arguing for more regulation and state responsibility are not necessarily communists and/or weak, they just are a bit more conservative in terms of financial risk.
With deregulation often come great business opportunities the majority of which unfortunately is based on blind trust and excessive risk. Deregulation made it possible for big financial institutions to design and trade exotic, complex, high-risk financial products. These products brought quick, high short-term profits and fueled up the greed for more regardless the risk. Now that the bubble has burst it is again the ordinary people that suffered the most, the backbone of the tax system, which will pay for the mess to be cleaned up. It is much expected that the strong players will some how be bailed out, the excuse given is that they are crucial to the systemic structure of the markets. Sorry but I disagree, bailing them out is just plainly not fair and sets a bad example that puts the foundations of the system into doubt. Efforts should be coordinated into providing assistantship to the weak, those that are least responsible for what has happened.
So far I have not seen much evidence of regret from those that are truly responsible for the mess. Instead I have heard plenty of privileged blaming the poor fellows that were not able to pay their mortgages. They argue that the poor should have no dream of owning a home no matter how hard they work and try because they just not efficient or wise enough to do so. Blaming the poor and the middle class that do not have enough air to breathe for not providing enough air to maintain your financial babble I do not believe is a wise strategy for restoring trust. On the other hand returning some of the hefty bonuses they received in the past would probably be a good start in restoring some of the lost trust. I still believe that the wealthy and those in power, however strong they are, they still require a minimum public trust. This, I hope, will prevent them from becoming too greedy and irresponsible before it is too late.
After a major financial crisis we often listen to the “financial wizards” advising us that if we could not bear the loss we should not have invested in the stock market or other financial products. Thanks for the good advice but honestly where were you when things were going well, did you advise us then to be more cautious. The value of advice and information given is directly related to the time it is given. If you loose a bet you need no preaching about how bad a decision your bet was. Instead of discussing how bad things are efforts should be coordinated in fixing things and preventing similar catastrophes in the future. Sure lessons should be learnt from what has happened but it is rather hypocritical to simply punish and humiliate those that suffered the most because they showed excessive amounts of trust in a fundamentally flawed system.
People need to trust each other. Otherwise no form of functional society would be possible. In real life people make decisions based on trust every day and they fundamentally have faith on the honesty of others, otherwise they would not interact with each other. People accept that they do not live in an idealistic society but still need to believe that the “bad people”, their enemies are a minority and that the majority of people would respect them and be fair towards them.
All the above was written in good faith… just trust me.
Σάββατο 16 Αυγούστου 2008
Ωμός Ρεαλισμός
Λαϊκιστές ηγέτες, αρχηγοί κρατών μαριονέτες, «φιλάνθρωποι» μεγιστάνες του τύπου και της οικονομίας, «ήρωες πολέμου», φονταμενταλιστές και «κουλτουριάρηδες πολιτικοί φιλόσοφοι» συγκρούονται σε μια αρένα όπου το αιμοδιψές κοινό αναζητά την λύτρωση μέσο της καταστροφής του «αόρατου εχθρού». Ο πατριωτισμός έχει δώσει τη θέση του στον εθνικισμό, ο σοσιαλισμός στον αδυσώπητο καπιταλισμό και στον νεοφιλελευθερισμό. Το μεγαλύτερο όμως ίσως δυστύχημα είναι πως ο ιδεαλισμός έχει δώσει προ πολλού τη θέση του στον ωμό ρεαλισμό.
Είναι αυτός ο ρεαλισμός που ωθεί τους ισχυρούς να συνασπίζονται έναντι των αδυνάτων για να προστατεύσουν και να αυξήσουν τα κεκτημένα. Είναι αυτός ο ρεαλισμός που επιβάλει τον παραμερισμό των ηθικών αξιών, τροφοδοτεί την αλαζονεία και προωθεί την καχυποψία. Ο ρεαλισμός απαιτεί την εφαρμογή του δίκαιου μόνο όταν αυτό είναι άμεσα εφικτό και είναι επωφελές για αυτόν που το επιβάλει.
Χάρη στις «ευγενείς» δωρεές των οικονομικά ισχυρών έχουμε γεμίσει με ινστιτούτα προώθησης της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οι οργανώσεις αυτές σε συνδυασμό με άλλα «ευαγή φιλανθρωπικά» ιδρύματα στην καλύτερη εκπροσωπούν και προβάλουν την ματαιοδοξία των ιδρυτών τους, ενώ στην χειρότερη αποτελούν προκάλυμμα για χειραγώγηση κοινωνικών ομάδων και εργαλεία για «πονηρά» πολιτικά παιχνίδια.. Διαφημίζουν διάφορα «ιδεαλιστικά» προγράμματα και προωθούν μια ωμή ρεαλιστική προσέγγιση της παγκόσμιας πραγματικότητας. Οι οργανώσεις αυτές μαζί με τα «ανεξάρτητα» και «έγκυρα» μέσα ενημέρωσης αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του προβλήματος.
Την ώρα που οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες έχουν σπάσει κάθε ρεκόρ οι μεγιστάνες ξοδεύουν ένα μικρό μέρος από τα πλούτη τους για να απολαμβάνουμε από τον καναπέ του σπιτιού μας τα κατορθώματα κάποιων επαγγελματιών αθλητών ή για τους πιο κουλτουριάρηδες δαπανηρά καλλιτεχνικά δρώμενα. Ο ρεαλισμός τους δεν τους αφήνει να προσφέρουν κάτι πιο χειροπιαστό. Ποιος θα τους κατηγορήσει, ποιος θα τους ψέξει? Ο ρεαλισμός άλλωστε δεν αφήνει χώρο για θυσίες και πραγματικούς ευεργέτες.
Αρκεί κανείς να προσέξει τον κυνισμό στο βλέμμα των σύγχρονων θεών της διπλωματίας για να καταλάβει ότι δεν υπάρχουν έντιμοι συμβιβασμοί και συμμαχίες, μόνο κυνηγοί, θηράματα και λυκοφιλίες. Κάποτε η ευγένεια, η μόρφωση, η πνευματική καλλιέργεια αποτελούσαν προτερήματα, σήμερα τα στοιχεία αυτά αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα στην εφαρμογή γερακίσιων, τυχοδιωκτικών πολιτικών που απατούνται για να επιβιώσει κανείς στη διεθνή πολιτική σκηνή.
Οι θιασώτες του ωμού ρεαλισμού ανάμεσα στους ισχυρούς υποστηρίζουν πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Διατείνονται πως αγωνίζονται για την εγκαθίδρυση ενός πιο δίκαιου, πιο δημοκρατικού και πιο εύπορου κόσμου. Τα μέσα όμως που χρησιμοποιούν, όσο ευφυή και αν είναι, προδίδουν μια έλλειψη ηθικών αξιών και συνεπώς κλονίζουν την εμπιστοσύνη και δημιουργούν εύλογες αμφιβολίες για τους πραγματικούς τους σκοπούς. Το ζωώδες ένστικτο επιβίωσης και ο μακιαβελισμός των μεθόδων τους τρομοκρατούν και σοκάρουν. Η ευφυΐα τους αντί να προκαλεί τον θαυμασμό προκαλεί φόβο και ανασφάλεια για το μέλλον.
Ο ρεαλισμός βασίζεται στην τέχνη του εφικτού. Ποιό είναι όμως το εφικτό και ποιός είναι ο πιο εύκολος δρόμος επίτευξης του? Μήπως η συνείδηση και η ηθική αποτελούν τροχοπέδη στην επίτευξη του? Ο ιδεαλισμός οδηγεί στο ανέφικτο? Ταιριάζουν τα ηθικά διλήμματα στον ηγέτη μια ομάδας όταν προσπαθεί με τη δράση του να την ωφελήσει? Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα? Είναι άραγε γραφικό να προσπαθεί κανείς να δρα δίκαια και ονειρεύεται έναν πιο δίκαιο κόσμο? Τα ερωτήματα, ειδικά τα ηθικά, που γεννά η άκρατη εφαρμογή του ωμού ρεαλισμού στις μέρες μας είναι πολλά και δύσκολα θα βρουν απόλυτες απαντήσεις.
Καταλήγοντας αισθάνομαι πως η διαρκής εφαρμογή και εξύψωση σε δόγμα του ρεαλισμού στη δράση των ισχυρών κλονίζει τα ουμανιστικά θεμέλια του πολιτισμού μας και αποτελεί πηγή πολλών δεινών και δυσεπίλυτων προβλημάτων. Τα πρόσκαιρα οφέλη και η ισχύς που προσφέρει στερούν τον κόσμο από τη δημιουργία, το όραμα και την ελπίδα . Τα λόγια μου είναι ίσως σκληρά γιατί απηχούν τον έντονο φόβο μου πως παγκοσμίως, παρά τα τεχνολογικά επιτεύγματα, αργά αλλά σταθερά εισερχόμαστε σε έναν πνευματικό μεσαίωνα όπου αναβιώνουν τα πιο άγρια πάθη του φεουδαρχικού παρελθόντος. Ελπίζω πάντα, ίσως όχι σκεπτόμενος ρεαλιστικά, πως η σκοταδιστική αυτή στροφή θα είναι πρόσκαιρη και πως θα βρεθούν χαρισματικοί άνθρωποι να αντιστρέψουν την κατάσταση.
Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008
Αξίες και Υπεραξίες, Ρεαλισμός και Μύθοι
Θα επιχειρήσω να γίνω ακόμη πιο ανατρεπτικός. Ο πρωτότυπος πίνακας ενός μεγάλου ζωγράφου δεν έχει καμία παραπάνω αξία για εμένα ένα από τα εκατομμύρια τέλεια αντίγραφα του, που ένας άσημος αλλά χαρισματικός κινέζος έχει φτιάξει για ένα μεροκάματο. Το σύγχρονο χρηματιστήριο της τέχνης αποτελεί μάλλον προσβολή στην μνήμη των καλλιτεχνών, άσημων ή διάσημων, που πέθαναν κυριολεκτικά στην ψάθα. Συχνά παρατηρούμε το μακάβριο γεγονός τα έργα ενός καλλιτέχνη να παίρνουν απότομα αξία μετά τον θάνατο του, όταν αυτός δεν θα μπορεί να κερδίσει τίποτα. Γύρω από τους καλλιτέχνες χτίζονται από τους συλλέκτες, τους γκαλερίστες και τους μεσάζοντες μύθοι για μα υποστηριχθεί η αξία των έργων τους ακόμη και αν αυτά είναι αμφίβολης αξίας.
Κάποτε οι άνθρωποι επεδίωκαν να γεμίζουν τα σπίτια τους με έργα τέχνης που τους αντιπροσώπευαν, που τους άγγιζαν. Σήμερα οι περισσότεροι επιδιώκουν απλώς να αποκτήσουν έργα τέχνης αναγνωρίσιμα, γνωστών δημιουργών για να εντυπωσιάσουν τον κοινωνικό τους περίγυρο και να ικανοποιήσουν την ματαιοδοξία τους. Δυστυχώς δίνουμε μεγάλη έμφαση και αξία σε μικρά πράγματα μόνο και μόνο επειδή μας τα επιβάλει η κρατούσα μόδα και υποτιμάμε πράγματα που θα μας έκαναν πραγματικά ευτυχισμένους
Σήμερα αξία έχει αποκτήσει ακόμη και η υπογραφή κάποιου τυχάρπαστου ποδοσφαιριστή σε μια ιδρωμένη φανέλα. Αλήθεια πόσο αλαζονικό είναι αντί να κάνουν γενεές δωρεές σε χρήμα οι πλούσιοι να χαρίζουν άχρηστα προσωπικά τους είδη για να δημοπρατηθούν υπέρ κάποιας φιλανθρωπικής οργάνωσης από την οποία κερδίζουν δωρεάν διαφήμιση και υστεροφημία. Φανταστείτε πόσο φουσκώνει ο θρύλος ενός ποδοσφαιριστή όταν η φανέλα που φόρεσε σε κάποιον αγώνα για 90 λεπτά πουλιέται όσο μια Μερσεντές.
Ποτέ δεν κατάλαβα αυτούς που ξόδευαν μια μικρή περιουσία για να υποστηρίξουν κάποια αθλητική ομάδα ή για να ακούσουν ζωντανά ένα συγκρότημα. Αλήθεια τι τους έδωσε η ομάδα ή το συγκρότημα για να δικαιολογεί μια τέτοια αφοσίωση? Είναι δυνατόν λίγες στιγμές διασκέδασης να είναι τόσο ακριβές? Γιατί θα πρέπει να πλουτίσει και το τελευταίο δισέγγονο των αναπληρωματικών της Ρεάλ ή της Τσέλσυ για να δούμε λίγη μπάλα? Είναι δυνατό ένας τραγουδιστής με ένα τραγούδι να βγάζει περισσότερα από κάποιον που ανακάλυψε ένα σημαντικό φάρμακο. Τι το σπουδαίο προσφέρουν οι ατζέντηδες αθλητών και τραγουδιστών για το οποίο πρέπει να αμείβονται με εκατομμύρια ευρώ???
Κάποτε ξέραμε μια ντουζίνα παίχτες που παραδεχόμαστε. Σήμερα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μας βομβαρδίζουν με εκατοντάδες ονόματα από τα «μεγάλα πρωταθλήματα» που θα πρέπει να θυμόμαστε, να προσκυνάμε και να χρυσοπληρώνουμε. Αλήθεια πόσο μεγάλη είναι η διαφορά του κακοπληρωμένου και ανασφάλιστου νεαρού ποδοσφαιριστή, Έλληνα και ξένου, της ελληνικής Β εθνικής από τους μεσόκοπους Βραζιλιάνους που χρυσοπληρώνουν οι ομάδες της Α Εθνικής.
Αντί να βγούμε στις αλάνες να κλωτσήσουμε μια μπάλα, να αθληθούμε και να το ευχαριστηθούμε σπάμε καθίσματα σε άδεια γήπεδα και ξημεροβραδιαζόματε μπροστά από την τηλεόραση να συζητάμε για την μπάλα που θα θέλαμε να δούμε.
Μια νέα οικονομική ολιγαρχία αποτελούμενοι από διάσημους καλλιτέχνες και αθλητές απομυζά τον ιδρώτα των φαντασιόπληκτων οπαδών τους. Συμμέτοχοι σε αυτό τον παραλογισμό οι παράγοντες των μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι ατζέντηδες και η βιομηχανία του θεάματος.
Γίναμε, φοβάμαι, οπαδοί της υπερβολής και του ψέματος. Προσκυνήσαμε σα θεά την τελευταία ατάλαντη τραγουδίστρια (και από φωνή κορμάρα) γιατί την είδαμε στην τηλεόραση. Κάναμε ήρωες κάποιους «βιρτουόζους της μπάλας» γιατί μας τους επέβαλαν κάποιοι αγράμματοι αθλητικογράφοι. Ταυτιστήκαμε με γυαλιστερούς ηθοποιούς, που τα βάζουν με χίλιους στην μεγάλη οθόνη, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν πάει ούτε φαντάροι. Εναποθέσαμε με την ψήφο μας την τύχη της χώρας μας σε «λαμπερά πρόσωπα»,ότι λάμπει όμως δεν είναι χρυσός. Έχουμε κάνει τα ασήμαντα σπουδαία και τα σπουδαία ασήμαντα και συνεπώς δίκαια οι επιτήδειοι δίκαια θησαυρίζουν από τη βλακεία μας. Αυτό που με τρομάζει δεν είναι το οικονομικό κόστος αλλά το γεγονός ότι βαθειά μέσα γινόμαστε περισσότερο δυστυχείς, ματαιόδοξοι και ανασφαλείς. Μαζί με τη λογική μας χάνουμε και το συναίσθημα και συνεπώς την ανθρωπιά μας.
Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2008
Πολιτική και Οικονομική Αστάθεια, Διπλωματική Απομόνωση – Φόβοι και Προβληματισμοί
Η αποτυχημένη κυβερνητική πολιτική αλλά κυρίως οι διεθνείς εξελίξεις έχουν εδραιώσει πια ένα κλίμα πολιτικής και οικονομικής αστάθειας στη χώρα μας. Στο πρόσφατο παρελθόν αισθανόμασταν, μάλλον εσφαλμένα, πως οι ραγδαίες πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις, ακόμη και στη γειτονιά μας, τα πολύπαθα βαλκάνια, δεν μας άγγιζαν. Είχαμε την ψευδαίσθηση πως ήμασταν η «Ελβετία» των βαλκάνιων και πως τίποτα δε θα εμπόδιζε την ανάπτυξη της χώρας μας. Δεν αντιληφθήκαμε ίσως ακόμη πως σε ένα διαρκώς εξελισσόμενο κόσμο η σημασία μας, οικονομικά, δημογραφικά ακόμη και πολιτιστικά περιορίζεται με ταχείς ρυθμούς.
Ξαφνικά τώρα με τις πρόσφατες αλλαγές συνόρων και τις αλυτρωτικές διαθέσεις των γειτόνων μας αισθανθήκαμε περισσότερο μόνοι από ποτέ, χωρίς συμμάχους. Η έλλειψη κατανόησης για τα δίκαια αιτήματα μας από το δυτικό κόσμο (κοινή γνώμη και κυβερνήσεις), που εξιδανικεύαμε κάποτε, μας πληγώνει και μας γεμίζει απαισιοδοξία για το μέλλον. Τώρα για πρώτη φορά στην περίοδο της μεταπολίτευσης νιώθουμε έντονα τις επιπτώσεις της παγκόσμιας αστάθειας. Ο φόβος που νιώθουμε απέναντι σε εξωτερικές απειλές είναι πολλαπλάσιος αυτού που νιώθαμε την περίοδο του ψυχρού πολέμου, παρόλο που τότε συνορεύαμε κυρίως με χώρες που ανίκανε στο ανατολικό μπλοκ.
Σήμερα όλοι οι γείτονες μας, θεωρητικά τουλάχιστον, θέλουν να ενταχθούν στις συμμαχίες, που πιστά υπηρετούσαμε τόσα χρόνια, αυτό όμως αντί να φέρνει τη σταθερότητα δημιουργεί προστριβές. Υπάρχει έντονη ανησυχία, σχεδόν πεποίθηση, πως η ένταξη τους θα γίνει με την ταυτόχρονη εις βάρος μας επίλυσης των διαφορών τους με μας. Οι διαμεσολαβητές που άκριτα έχουμε αποδεχθεί στις διπλωματικές μας διαπραγματεύσεις δεν μας εμπνέουν καμία εμπιστοσύνη, τους αισθανόμαστε περισσότερο σαν συνηγόρους των αντιδίκων μας σαν μοχλούς πίεσης στους οποίους είμαστε ανήμποροι να αντισταθούμε.
Νιώθουμε περισσότερο από ποτέ πως οι συμμαχίες στις οποίες ανήκουμε (ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκή Ένωση) δεν αποτελούν διπλωματικά όπλα αλλά πως μας δεσμεύουν και υποβαθμίζουν οποιαδήποτε εθνική στρατηγική. Οι στρατηγική αξία και θέση μας στους οργανισμούς αυτούς υποχωρεί διαρκώς. Για κάποιους από τους εταίρους μας μοιάζουμε ιδιαίτερα ενοχλητικοί, ειδικά όταν απειλούμε με βέτο ή όταν εκλιπαρούμε για κάποιο φιλικό προς τα αιτήματα μας ψήφισμα. Ο ευρωσκεπτικισμός έχει φουντώσει, οι ελπίδες για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έχουν πλέον εξανεμιστεί, τα όνειρα μας για μια ισότιμή θέση στην Ευρώπη εξελίσσονται σε εφιάλτη. Οι διεθνείς οργανισμοί από πυλώνες υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι πλέον για μας όργανα άσκησης πολιτικής και οικονομικής πίεσης των ισχυρών απέναντι σε μας τους «ανυπεράσπιστους αδύνατους». Από το ένα άκρο δηλαδή περάσαμε στο άλλο. Οι αντιδράσεις μας είναι συναισθηματικές και όχι ορθολογικές.
Πως συνέβη όμως και έχουμε αποκτήσει τόσους εχθρούς, ειδικά ανάμεσα στους υποτιθέμενους συμμάχους μας? Η αντιπαράθεση μας με την υπερδύναμη Τουρκία μας έχει σίγουρα αδυνατίσει διπλωματικά και οικονομικά, αλλά από μόνη της δεν εξηγεί τις εκκρεμότητες που έχουμε με μια σειρά από χώρες ούτε τις αλλεπάλληλες ταπεινωτικές διπλωματικές ήττες που έχουμε υποστεί. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες δεν έχουμε επιλύσει καμία σημαντική εκκρεμότητα ενώ ξεπηδούν συνεχώς καινούριες. Το πιο δυσάρεστο και ανησυχητικό είναι ίσως πως έχουμε μοιρολατρικά συμβιβαστεί με αυτήν την πραγματικότητα και αισθανόμαστε πολύ μικροί και πολύ αδύναμοι για να την ανατρέψουμε.
Η απομόνωση στην οποία έχουμε καταφύγει για να περιφρουρήσουμε τα κεκτημένα προηγούμενων ένδοξων γενιών μας οδηγεί συχνά στην ξενοφοβία ή οποία αποτελεί βούτυρο στο ψωμί των εθνικιστών. Εκφραστές αρτηριοσκληρωτικών, σκοταδιστικών και διχαστικών ιδεολογιών βρίσκουν πλέον ακροατήριο και οπαδούς ακόμη και σε κοινωνικές ομάδες που στο παρελθόν ήταν ιδιαίτερα προοδευτικές. Στις άκαρπες συζητήσεις που γίνονται για την εξωτερική πολιτική είναι δύσκολο κατά τη γνώμη μου πια να ξεχωρίσεις τους ακροδεξιούς από τους φιλελεύθερους και τους αριστερούς. Όλοι φωνάζουν άσκοπα και αλληλοκατηγορούνται επιδιώκοντας ίσως πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη. Δεν υπάρχει καμία στρατηγική, καμία συνεργασία, καμία ομοψυχία. Ο ουμανισμός και το όραμα έδωσαν τη θέση τους στο σκεπτικισμό, την μισαλλοδοξία και την συγκρουσιακή πολιτική.
Η οικονομική μας διολίσθηση και η ξενοφοβία κάνουν την ομαλή ένταξη των μεταναστών στον κοινωνικό ιστό ολοένα και πιο δύσκολη. Είναι ορατός ο κίνδυνος να καταρρεύσει η πολυπολιτισμική κοινωνία που προσπαθούμε να οικοδομήσουμε. Αυτό είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο αν αναλογιστούμε πως δημογραφικά και παραγωγικά έχουμε βασιστεί στους μετανάστες. Η οικονομική αστάθεια πλήττει την κοινωνική συνοχή και προκαλεί κοινωνική αστάθεια, που σύντομα θα οδηγήσει σε δυσάρεστες συγκρούσεις.
Στην αρχή του περασμένου αιώνα, σε εποχές πολύ πιο ταραγμένες και πολύ πιο δύσκολες, κάναμε όνειρα, σήμερα? Ακόμη και μετά την μικρασιατική καταστροφή βρήκαμε τις δυνάμεις να επιβιώσουμε. Η αστάθεια στο παρελθόν μας εμπόδιζε αλλά δεν μας σταματούσε. Βγάλαμε τα μάτια μας με τον εμφύλιο και τη δικτατορία αλλά βρήκαμε το θάρρος να συμφιλιωθούμε. Την αναγκαία συμφιλίωση με τους παλιούς μας εξωτερικούς εχθρούς γιατί δεν μπορούμε να την επιτύχουμε?
Πάντοτε η σχέση μας με τους «μεγάλους συμμάχους» μας ήταν υποτελική και αυτό ήταν πηγή πολλών δεινών και αιτία για συστηματική υποβάθμιση των δημοκρατικών μας θεσμών. Την προβληματική αυτή σχέση όμως οι χαρισματικοί πολιτικοί του παρελθόντος την διαχειρίζονταν σίγουρα καλύτερα. Σήμερα η εμπιστοσύνη μας στους ηγέτες μας έχει κλονιστεί, τους θεωρούμε ανικάνους να επιλύσουν ακόμη και απλά προβλήματα της καθημερινότητας και αμφισβητούμε ευθέως ακόμη και τις προθέσεις τους. Κάποιοι μιλούν για επικίνδυνη πολιτική αστάθεια, που γεννά φαινόμενα διαφθοράς και ακυβερνησίας άλλοι προχωρούν παραπέρα και υποστηρίζουν πως υπάρχει βαθειά ηθική και θεσμική κρίση.
Κάποτε σφαζόμασταν για ιδέες (εμφύλιος) σήμερα η πλειοψηφεία των αγώνων και των ανησυχιών μας περιστρέφονται γύρω από το χρήμα. Θύματα του φιλελεύθερου καπιταλιστικού μοντέλου στο οποίο ποντάραμε το μέλλον της χώρας τρομάζουμε τώρα μπροστά στις επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής αστάθειας. Δε φαίνεται να έχουμε κανένα μέσο αντίδρασης στα νέα δεδομένα, νιώθουμε και σαφώς είμαστε απροετοίμαστοι. Η οικονομική μας υπερχρέωση σε κρατικό και ιδιωτικό επίπεδο και τα δομικά προβλήματα της εθνικής μας οικονομίας μας κάνουν ιδιαίτερα ευάλωτους. Οι νέες γενιές είναι αισθητά φτωχότερες και λιγότερο παραγωγικές από τις προηγούμενες παρόλο που στα χαρτιά τουλάχιστον είναι πιο μορφωμένες, πιο επαγγελματικά καταρτισμένες και συνεπώς πιο ελπιδοφόρες.
Η κρίση αυτή μας κάνει ακόμη πιο κυνικούς, φιλάργυρους και υλιστές, η κοινωνική αλληλεγγύη υποχωρεί και η δίψα για εύκολο χρήμα μεγαλώνει. Όλοι κάνουν βραχυπρόθεσμα σχέδια, άλλωστε κανείς δεν ξέρει τι θα μας ξημερώσει. Το στρες και το άγχος για το αύριο δεν μας αφήνουν να δούμε με ηρεμία και να απολαύσουμε το σήμερα. Διατηρούμε απλώς μια φρούδα ίσως ελπίδα πως τα πράγματα κάπως θα εξισορροπηθούν, τα προβλήματα θα κάνουν το κύκλο τους και πως μια νέα αποχή ευημερίας και σταθερότητας θα έρθει.
Δεν μου αρέσει να κλείνω τους προβληματισμούς μου απαισιόδοξα. Έτσι αποφάσισα να κάνω μια παράτολμη πρόβλεψη. Η κοινωνία μας όσο συμβινασμένη και απροετοίμαστη και αν είναι θα σκληραγωγηθεί από τις πρόσφατες εξελίξεις και θα βρει μηχανισμούς άμυνας και αυτορύθμισης. Τα σημερινά προβλήματα μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν ευκαιρίες για το μέλλον.
P.S.
Φλυάρησα ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ίσως το έκανα για να εκτονωθώ, ίσως λέω.
Προσπάθησα να βάλω το συναίσθημα στην άκρη και να δω τα πράγματα καθαρά με τη λογική, δεν νομίζω όμως πως το πέτυχα σε ικανοποιητικό βαθμό.
Οι ανησυχίες και οι ερμηνείες μου δεν αποτελούν θέσφατο.
Η αντιμετώπιση της αστάθειας προϋποθέτει ευελιξία και διάθεση για σοβαρές θυσίες.
Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2008
Ελευθερία της Έκφρασης και Ανώνυμες Καταγγελίες - Ανησυχίες και Σκέψεις
Η ελευθερία της έκφρασης αποτελεί ένα αναπόσπαστο συστατικό της δημοκρατίας μας. Ποια είναι όμως τα όρια της, με ποιο σκεπτικό τείθονται και πώς τα προασπίζουμε? Υπάρχει για παράδειγμα το δικαίωμα στην ανώνυμη καταγγελία και κάτω από ποιες προϋποθέσεις μια τέτοια καταγγελία μπορεί να εκληφθεί σαν απόπειρα συκοφαντικής δυσφήμισης? Οι καταγγέλλοντες πρέπει να αποκαλύπτουν το όνομα τους τουλάχιστον στις δικαστικές αρχές ή σε κάποιον άλλο θεσμό διασφάλισης της διαφάνειας ή πρέπει να έχουν το δικαίωμα να παραμένουν ανώνυμοι όποια και να είναι η φύση της καταγγελίας τους?
Είναι αλήθεια πως μερικές φορές οι καταγγέλλοντες αισθάνονται πολλοί μικροί για να κάνουν την καταγγελία τους επώνυμα ειδικά αν το πρόσωπο ή οργανισμός που καταγγέλλουν είναι ιδιαίτερα ισχυρός και διαπλέκεται με τους θεσμούς ασφάλειας και δικαιοσύνης. Όσο μεγαλύτερο είναι το έγκλημα τόσο αυξάνεται και η πιθανότητα οι καταγγέλλοντες να θέλουν να προασπίσουν την ανωνυμία τους. Ο φόβος της απόπειρας αποσιώπησης της καταγγελίας ή ακόμη και της εκδίκησης από τους καταγγελλόμενους κάνει πολλές φορές τις ίδιες τις αρχές να επιθυμούν με κάθε μέσο να περιφρουρήσουν την ταυτότητα των καταγγελλόντων.
Όταν όμως η καταγγελία γίνεται ανώνυμα περιορίζεται αισθητά το δικαίωμα υπεράσπισης του καταγγελλομένου. Για παράδειγμα είναι πολύ δύσκολο να αποδείξει ο καταγγελλόμενος πως υπάρχει δόλος από τη πλευρά του καταγγέλλοντος. Του στερείται το δικαίωμα να προχωρήσει σε αξιολόγηση του χαρακτήρα και των κινήτρων του καταγγέλλοντος. Συνεπώς η αξία μια καταγγελίας είναι πολύ μεγαλύτερη όταν γίνεται επώνυμα διότι διασφαλίζονται πλήρως και τα δικαιώματα του καταγγελλομένου.
Η κατάχρηση το δικαιώματος στην ανώνυμη καταγγελία μπορεί να οδηγήσει στην αυθαιρεσία, ακόμη και στην κάλυψη δυσφημιστικών εκστρατειών που γίνονται με σκοπό το πολιτικό ή οικονομικό κέρδος. Η ανωνυμία στην καταγγελία είναι συχνά ένα όπλο που χρησιμοποιούν επίσης εκβιαστές και μέλη ακραίων ιδεολογικά περιθωριακών ομάδων.
Αν μια καταγγελία αποδειχθεί αβάσιμη πρέπει ή όχι να τιμωρείται ο καταγγέλλων και ποιο πρέπει να είναι το είδος και το εύρος της ποινής? Πώς μπορεί κανείς να αποδείξει πέρα πάσης αμφιβολίας πως ο καταγγέλλων είχε δόλο, ή έστω πως δεν ερεύνησε επαρκώς τα στοιχεία του πριν τα δημοσιεύσει? Οι νόμοι που διασφαλίζουν την υπεύθυνη ενημέρωση μήπως μερικές φορές περιορίζουν σημαντικά την ελευθερία της έκφρασης και προστατεύουν τους «εγκληματίες» του συστήματος? Δύσκολες ερωτήσεις, που αποτελούν αντικείμενο έντονου προβληματισμού. Έχω την αίσθηση πως οι απαντήσεις διαφοροποιούνται ανάλογα με την κοινωνία, την εποχή και το επίπεδο δημοκρατίας και ασφάλειας το οποίο επιθυμούμαι.
Στο όνομα της ελευθερίας στην έκφραση διατυπώνονται συχνά αφελείς, διχαστικές, επικίνδυνες συνομωσιολογικές θεωρίες, αβάσιμες, αυθαίρετες καταγγελίες και ακραίοι εθνικιστικοί λίβελοι. Το δυστύχημα είναι πως πολλές φορές αυτές οι ακραίες θέσεις διατυπώνονται ανώνυμα, έτσι όμως δεν μπορεί να υπάρχει διάλογος, είναι πολύ δύσκολο να συζητάς με φαντάσματα.
Αν απλώς παραθέτει κανείς κάποιες σκέψεις ή μια κριτική της καθημερινότητας η ταυτότητα του μας είναι συχνά αδιάφορη, αφού είναι απίθανο να υποκρύπτεται κάποια στρατηγική. Αν όμως ακολουθεί μια καταγγελτική, συγκρουσιολογική λογική η ταυτότητα του μπορεί να αποκαλύψει πολλά για την συλλογιστική του πρακτική και τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα του.
Ανατροπές και ριζοσπαστικές αλλαγές δεν επιτυγχάνονται κατά την προσωπική μου άποψη με ανώνυμες καταγγελίες και επιθέσεις κατά του «συστήματος». Αν ο εχθρός είναι «αόρατος» και εσύ γίνεσαι «αόρατος» για να τον πολεμήσεις είναι ορατός ο κίνδυνος από μέρος της λύσης να μετατραπείς σε μέρος του προβλήματος.
P.S.
Α) Τα παραπάνω είναι απλώς ανησυχίες και σκέψεις και δεν αποτελούν κύρηγμα ή προτάσεις για αλλαγή στους θεσμούς.
Β) Η ανωνυμία δεν είναι πάντοτε κάτι το πονηρό, ούτε είναι συνώνυμη της έλλειψης θάρρους.
Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2008
Language a Tool of Expression – Thoughts and Feelings Associated with its Use
My native language is Greek but from time to time I feel the urge to express my ideas and emotions in English, a language that is usually associated with my technical writing and academic studies. When I choose to start writing in English, I generally find great difficulties in expressing meaningful things I would feel proud of and often suffer from writer’s block. The truth is I am never comfortable with writing even in my native language. This maybe attributed to a personal lack of writing skills, the fear of making embarrassing grammatical mistakes and most importantly the fear of being misunderstood or sounding offensive to others. All these insecurities portray a weak and rather fearful character that I hate to believe it describes me.
The power of language as a tool of expression has never seized to amaze me. I often get emotional by reading other people’s work not necessarily due to its content but due to the way it is expressed. Written language when used appropriately can become a form of art and exert emotions we never thought pragmatically it would. I envy those that have the ability to captivate an audience through their words. Their ability is a sign of a charismatic personality and empowers them to do great things.
Is this ability attributed to a natural talent or is it primarily a product of education and systematic practice? This fundamental question has been torturing me for years. I feel extremely disappointed with myself for not having it answered.
In my mind I have glorified the great masters of the language, famous politicians, writers, poets and modern philosophers, and I have tried to unsuccessfully to imitate their style and language structure. Maybe this effort is doomed to fail since they were trying to convey grant things and I only merely to convey my personal thoughts and feelings. One may argue there is nothing grant about the latter and therefore the end-result will always be lacking. One may also argue that if you try too much, you overcomplicate things and your words loose the beauty of simplicity. The low significance of my ideas demands that I remain as minimalistic as possible; however the complexities and confusions associated with my personal thinking process drive me towards the opposite direction. The latter ambiguity compromises the purity in expressing my thoughts.
I conclude my thoughts with a wish that the next time I write in this space I will do so in a more simplistic and interesting manner.
P.S.
Maybe things are not so bad, maybe I am being oversensitive. It is difficult to tell. However I am almost certain that discussing it will do no harm.
Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2008
Η Αθήνα Όμηρος των Συγκρούσεων Περιθωριακών Κοινωνικών Ομάδων
Για μία ακόμη φορά τον κέντρο της Αθήνας έγινε εστία συγκρούσεων μεταξύ των πιο ακραίων και βίαιων κοινωνικών ομάδων. Οι θιασώτες της φασιστικής ιδεολογίας υπερασπιστήκαν το «δικαίωμα» τους να συναθροίζονται και να εκφράζουν τις επικίνδυνες και παράλογες θέσεις τους «ανοίγοντας» κεφάλια. Είναι οι κύριοι φταίχτες για το κακό και την αναστάτωση που προκλήθηκε αλλά δυστυχώς όχι οι μοναδικοί.
Οι εκπρόσωποι του ακροαριστερού και αντιεξουσιαστικού χώρου ανέλαβαν να σώσουν την χαμένη «τιμή» της ανεκτικής και δημοκρατικής πατρίδος μας εκστρατεύοντας συντεταγμένα κατά των ακροδεξιών επιδιώκοντας την αποτροπή της εθνικοπατριωτικής συγκέντρωσης τους. Δεν υπολόγισαν όμως όπως λένε στην υποστήριξη που θα παρείχε η «αδέκαστη» και «πατριωτική» ελληνική αστυνομία στους ακροδεξιούς (λες και γεννηθήκαν χθες). Τρίζουν τα κόκαλα του Τσε και του Μπακούνιν με τους συγχρόνους «επαναστάτες» του γλυκού νερού που ζητάν την προστασία της αστυνομίας, την εξουσία της οποίας δεν αποδέχονται, για να αντιμετωπίσουν τους θρασύδειλους ακροδεξιούς αντιπάλους τους.
Την ίδια ώρα οι «θαρραλέοι» εθνικοπατριώτες κρύβονται πίσω από τις ασπίδες των κυβερνητικά καθοδηγούμενων δυνάμεων καταστολής και εξαπολύουν άνανδρες και αιματηρές επιθέσεις ενάντια στις «φιλειρηνικές» δυνάμεις του αντιεξουσιαστικού και ακροαριστερού χώρου. Η επικινδυνότητα και η καταστροφικότατα της ιδεολογία τους εκφράζεται με τον πιο οδυνηρό τρόπο μέσω της βίας τους η οποία συνοδεύει και συνδιαμορφώνει όλη τους την «πολιτική και κοινωνική» δράση.
Την ώρα που οι ακραίοι πλακώνονται «ηρωικά» μεταξύ τους στο όνομα κάποιων περιθωριοποιημένων ιδεολογιών οι υπόλοιποι, που είμαστε η σιωπηρή πλειοψηφεία, πληρώνουμε τη νύφη, ίσως όχι άδικα αφού δεν αντιδρούμε. Οι έμποροι αισθάνονται απροστάτευτοι και βλέπουν τα καταστήματα τους να καταστρέφονται, οι Αθηναίοι την πόλη τους να ρημάζετε και να δυσφημείται και οι εργαζόμενοι και οι φοιτητές τους αγώνες τους να δυσφημούνται και να ποινικοποιούνται. Αυτοί όμως που πληρώνουν το χειρότερο τίμημα είναι οι αθώοι μετανάστες που πέφτουν θύματα της τυφλής ρατσιστικής βίας μικρών φασιστικών ομάδων, που δρουν σχεδόν ανενόχλητες με την ανοχή της πολιτείας και την έμμεση υποστήριξη ακροδεξιών πολιτικών σχηματισμών.
Ως πότε στο όνομα της ελεύθερης έκφρασης θα ανεχόμαστε τη βία ορισμένων ακραίων ιδεολογικών ομάδων και την κατάχρηση του πανεπιστημιακού ασύλου από τους «γνωστούς άγνωστους»? Ως πότε τα αιματηρά εγκλήματα εθνικιστικού μίσους των ακροδεξιών θα μένουν ατιμώρητα? Ως πότε οι βανδαλισμοί των ακροαριστερών και των αναρχικών θα δικαιολογούνται εξαιτίας της παραπάνω ατιμωρησίας?
Οι Αθηναίοι πολίτες οφείλουν να σπάσουν τα δεσμά της ομηρίας τους και να διεκδικήσουν από την πολιτεία αποζημιώσεις για τις υλικές καταστροφές και την δυσφήμιση της πόλης και από την αστυνομία να επιβάλει επιτέλους μια στοιχειώδη τάξη και να πάψει να καλύπτει τη δράση ακροδεξιών στοιχείων. Οι αρχηγοί των ακροδεξιών ομάδων θα πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά κάθε φορά όταν παρακινούν συστηματικά ομοϊδεάτες τους σε βίαιες πράξεις. Καμία μορφή βίας δεν πρέπει να επιδέχεται ιδεολογική κάλυψη. Η αριστερά με τη σειρά της πρέπει να αποδείξει την ιδεολογική της υπεροχή και συγκρότηση αναλαμβάνοντας ουσιαστικές πρωτοβουλίες να ηρεμήσουν τα πνεύματα στο χώρο της ακροαριστεράς και να σταματήσει να δικαιολογεί τους βανδαλισμούς ως μέσο έκφρασης της αγανάκτησης. Ας αφήσουν επιτέλους τα καδρόνια, τις πέτρες και τις σημαίες και ας ασχοληθούν με πράγματα πιο παραγωγικά και επωφελή για την κοινωνία, που θέλουν να «σώσουν».Το δικαίωμα της διαμαρτυρίας πρέπει να περιφρουρηθεί αυστηρά χωρίς όμως να θυσιάζονται οι αρχές της ισονομίας, της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης και της ασφάλειας.
Ελπίζω πως αυτά, που έδειξαν οι κάμερες και εκθέσανε δημόσια την αστυνομία και το κράτος, θα αναγκάσου κάποιους κρατικούς λειτουργούς έστω και στο όνομα της ψήφου να δραστηριοποιηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση. Η υπομονή των Αθηναίων έχει άλλωστε εξαντληθεί.
P.S.
Α) Ζητώ συγνώμη αν έθιξα κάποιους με τις αιχμηρές μου θέσεις και το σκληρό και δεικτικό μου ύφος αλλά ειλικρινά η κατάσταση αυτή δεν είναι πια ανεκτή.
Β) Ο αναίμακτος αγώνας είναι συχνά ο πιο αποτελεσματικός αλλά απαιτεί θυσίες και όραμα. Ουμανιστικές θέσεις δεν πρέπει να εκφράζονται με τη βία γιατί τότε ο αγώνας μας χάνει το ηθικό του έρεισμα.
Γ) Η καπηλεία του πατριωτισμού από τους ακροδεξιούς και της ανεκτικότητας από τους ακροαριστερούς πρέπει να στιγματιστούν
Δ) Το ζήτημα δεν είναι η απομόνωση και η περιθωριοποίηση των ακραίων στοιχείων της κοινωνίας αλλά η ενσωμάτωση και η μεταστροφή της ιδεολογίας τους. Κανείς δεν είναι χαμένη υπόθεση, όλοι «σώζονται».
Ε) Τα αστυνομικά μέτρα δεν θα δώσουν τη λύση. Η παιδεία και η προάσπιση του πολιτικού πολιτισμού από τους ενεργούς πολίτες είναι τα κύρια όπλα για την μεταστροφή της κατάστασης.
Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2008
Η Επιρροή των Lobby, η Σημαντικότητα των «Δημοσίων Σχέσεων» και η Χαμένη Αξιοπιστία της Πολιτικής
Φέτος για μία ακόμη φορά το οικονομικό κόστος της εκλογικής μάχης των υποψηφίων στις ΗΠΑ έσπασε κάθε ρεκόρ. Τα χρηματικά ποσά, που ξοδεύτηκαν για τις ιδεολογικοπολιτικά ανούσιες, υπερφίαλες και συχνά «βρώμικες» εκλογικές εκστρατείες των υποψήφιων προέδρων είναι μυθικά και φυσικά δεν προέρχονται μόνο από τον όβολο των απλών φανατικών οπαδών, που περιμένουν μάταια μια ουσιαστική αλλαγή στην πολιτική σκηνή. Οι υποψήφιοι περισσότερο από κάθε άλλη φορά βασίζονται στην οικονομική συνεισφορά των επιχειρηματικών και μη lobby.
Τα επιχειρηματικά lobby με τη σειρά τους εκμεταλλευόμενα τη διαμορφωθείσα κατάσταση διεκδικούν με κάθε μέσο καλύτερους όρους και «ευκαιρίες» για την επιχειρηματική δράση των μελών τους. Παρομοίως τα μειονοτικά και «ιδιαίτερων» ενδιαφερόντων lobby επιθυμούν να προωθήσουν δια της πλαγίας οδού τις φιλοσοφικές, ιδεολογικές, εθνικές και πολιτικές τους θέσεις και να εξυπηρετήσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντα τους ακόμη και αν αυτά δεν είναι δίκαια ή δε συμβαδίζουν με το ευρύτερο καλό. Αυτά τα «κοινωνικά» lobby εκτός από οικονομική ενίσχυση προσφέρουν συχνά πρόσβαση στους πολιτικούς σε εθνικές και μη μειονότητες, που η ψήφος τους είναι συχνά καθοριστική για το τελικό αποτέλεσμα.. Οι πολιτικοί αδιαφορώντας για την είδη κλονισμένη αξιοπιστία τους σαν χαμαιλέοντες αλλάζουν πολιτικές και ιδεολογικές θέσεις συστηματικά για να ικανοποιούν όσο περισσότερα lobby και κοινωνικές ομάδες μπορούν.
Σε αυτόν τον αδυσώπητο αγώνα άσκησης επιρροής δεν υπάρχουν ηθικοί κανόνες και όρια. Πολλοί από τους «συνειδητοποιημένους πολιτικά» επιχειρηματίες έχουν χρηματοδοτήσει παραπάνω από έναν υποψήφιο, ποντάρουν δηλαδή σε δύο ή παραπάνω «άλογα». Πέρα από την προσωπική χρηματοδότηση και «στήριξη» πολλοί επιχειρηματίες οργανώνουν events με πλούσια εδέσματα, μουσική (μην εκπλαγείτε αν δείτε τον Μπόνο σε κανένα από αυτά) και ένα τσουχτερό εισιτήριο για συλλογή χρηματοδοτήσεων και από άλλα μέλη της «υψηλής» κοινωνίας. Οι εξέχοντες πολιτικοί αστέρες της Υπερδύναμης, που κυνηγάν και το τελευταίο δολάριο, τιμούν ιδιαίτερα με την παρουσία τους αυτές τις συγκεντρώσεις εκφωνώντας μακροσκελείς λόγους και μοιράζοντας «πλούσιες» υποσχέσεις. Η ανταμοιβή των επιχειρηματιών που ανέβηκαν στο άρμα του νικητή δεν εξαντλείται σε οικονομικά οφέλη. Πολλοί από αυτούς τοποθετούνται ειδικοί σύμβουλοι, πρεσβευτές και άλλοι πιο τυχεροί φτάνουν στο αξίωμα του υπουργού ακόμη και αν ποτέ τους δεν διεκδίκησαν τη ψήφο του λαού. Η χρησιμοποίηση μη πολιτικών προσώπων (με την στενή έννοια του όρου), που προέρχονται από τον κόσμο των επιχειρήσεων, σε πολιτικές και διπλωματικές θέσεις στην Αμερική παρουσιάζει αυξητικές τάσεις.
Το πιο ανησυχητικό είναι πως η εκλογιμότητα των σημερινών υποψηφίων μετριέται συνήθως ανάλογα με τις οικονομικές συνεισφορές που συγκεντρώνουν. Ο νικητής (ή η νικήτρια, οι γυναίκες ευτυχώς έχουν επιτέλους αρχίσει να αφυπνίζονται πολιτικά) της εκλογικής μάχης είναι συνήθως αυτός, που έχει συγκεντρώσει τα περισσότερα λεφτά για τον προεκλογικό του αγώνα.. Τα μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ διατυμπανίζουν αυτή την αδυναμία της δημοκρατίας τους χωρίς όμως να προβληματίζονται για τις επιπτώσεις που έχει στη χώρα τους και στον κόσμο γενικότερα.
Το Αμερικάνικο μοντέλο εκλογικού αγώνα έχουν αρχίσει να αντιγράφουν συστηματικά πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Έτσι παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια ευρωπαίους πολιτικούς να κάνουν διακοπές και δημόσιες σχέσεις σε βίλες και κότερα επιχειρηματιών. Παράλληλα lobby και μη κυβερνητικές οργανώσεις πολιτικού ενδιαφέροντος ξεπηδούν σαν μανιτάρια. Οι πολιτικοί ξοδεύουν περισσότερο χρόνο σε συσκέψεις με αυτές τις ομάδες παρά στις «καθαρές» πολιτικές συγκεντρώσεις. Στην Ελλάδα πολλές από αυτές τις οργανώσεις λαμβάνουν και κρατική χρηματοδότηση για την επιτέλεση του «θεάρεστου» κοινωνικού τους έργου. Οι εκλογικοί αγώνες στην Ελλάδα και στην Ευρώπη γίνονται ολοένα και πιο δαπανηροί ενώ η χρηματοδότηση των ηθικά και οικονομικά χρεοκοπημένων κομμάτων γίνεται ολοένα και πιο αδιαφανής. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί ένα αδιαμφισβήτητο έλλειμμα δημοκρατίας και κλονίζει τα θεμέλια της πολιτικής αξιοπιστίας των κομμάτων και των πολιτικών.
Βιώνουμε την αργή αλλά σταθερή μετάβαση από την αστική δημοκρατία στη ολιγαρχία των lobby και των δημοσίων σχέσεων. Δεν είμαι οπαδός της αρχής πως αυστηρότερα νομοθετικά πλαίσια για την χρηματοδότηση των πολιτικών θα δώσουν τη λύση. Η κατάσταση αυτή μπορεί να ανατραπεί μόνο με την πολιτική και ιδεολογική αφύπνιση των πολιτών και την ενεργό συμμετοχή στα κοινά, στις ΗΠΑ που η συμμετοχή στις εκλογές είναι σταθερά κάτω από το 50% τα lobby, που ενεργοποιούν ομάδες ψηφοφόρων να ψηφίσουν προς συγκεκριμένη κατεύθυνση, είναι πανίσχυρα. Ακόμη είναι απαραίτητη η τόνωση της κοινωνικής συνοχής και της αίσθησης πολιτικής ευθύνης. Οι διάφορες κοινωνικές, θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες οφείλουν να παραμερίσουν μέρος των ιδιαιτέρων ενδιαφερόντων τους και να συμβιβαστούν για το κοινό καλό. Μόνο έτσι θα επιτευχθεί η πλήρης κοινωνική τους ενσωμάτωση και η διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης σε μια δίκαιη πολυπολιτισμική κοινωνία. Η διάβρωση της συνείδησης και αξιοπιστίας των πολιτικών μπορεί να καταπολεμηθεί με την αφύπνιση της κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης του πολίτη μέσο της παιδείας και του πολιτισμού.
Διατηρώ την ελπίδα πως με ελάχιστη αλλά συγκροτημένη προσπάθεια από τους πολίτες είναι εφικτή η άμεση ανατροπή της κατάστασης. Τα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας μας δίνουν μοναδικές ευκαιρίες να απελευθερωθούμε από τη δουλεία της τηλεοπτικής και αισίως διαδικτυακής προπαγάνδας. Η παγκοσμιοποίηση, η άνοδος του μορφωτικού επιπέδου και ο ιδεολογικός προβληματισμός των νέων γενιών δίνουν πιστεύω θα αποτελέσουν τα θεμέλια της αλλαγής. Η αδιαφορία των πολιτών για τα κοινά ίσως οφείλεται και σε μια αίσθηση ευημερίας και ασφάλειας, που είχε επικρατήσει στο πρόσφατο παρελθόν. Η παρατηρούμενη απότομη ανατροπή αυτής της αίσθησης συνεπώς αλλάζει το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό.
P.S.
Α) Όλοι ανήκουμε σε μειονότητες και έχουμε ιδιαίτερα προσωπικά συμφέροντα τα οποία συχνά αναγκαζόμαστε να βάζουμε στην άκρη για να λειτουργήσει ομαλά και να αναπτυχθεί η κοινωνία στην οποία ζούμε.
Β) Τα lobby, που συχνά λειτουργούν στο σκοτάδι και με αδιαφανείς διαδικασίες, δεν πρέπει να υποκαταστήσουν τα κόμματα στη διαμόρφωση πολιτικής στρατηγικής και ιδεολογικών θέσεων.
Γ) Οι χαρισματικοί πολιτικοί με όραμα δεν έχουν ανάγκη να ξοδεύουν ασύστολα για την τηλεοπτική προβολή τους. Διαθέτουν το χάρισμα να επικοινωνούν τις θέσεις και το έργο τους αποτελεσματικά χωρίς περιττά λόγια και δαπανηρές εκστρατείες «μαύρης διαφήμισης».
Δ) Πόσες «επιταγές» που χορηγηθήκαν χωρίς πολύ σκέψη από του υποψηφίους άραγε θα εξαργυρώσουν τα lobby και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις? Άποψη μου είναι πως δε φταίνε τα lobby για το κακό αυτό αλλά η απληστία των πολιτικών για ψήφους και γρήγορη ανέλιξη ακόμη και αν αυτό συνδυάζεται με την μεταβίβαση μέρους της εξουσίας τους σε εξωθερμικά κέντρα.
Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2008
Η Συστηματική Υποτίμηση των Διεθνών Εξελίξεων από την Ελληνική Κοινωνία και τα Πολυδιαφημισμένα Εισαγόμενα Μοντέλα Ανάπτυξης
Τη στιγμή που πρώτη είδηση τις τελευταίες μέρες σε όλες τις χώρες είναι ο ορατός κίνδυνος μιας παρατεταμένης οικονομικής κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο οι Έλληνες ασχολούμαστε με τη σκανδαλολογία και εσχάτως με την εκκλησιαστική διαδοχολογία. Τη στιγμή που οδεύει η Αμερικάνικη οικονομία, η οποία αποτελεί κινητήριο μοχλό και πυλώνα της διεθνής οικονομίας και ανάπτυξης, σε ύφεση οι Έλληνες αρνούμαστε πεισματικά να εξετάσουμε και να αναλύσουμε τις επιπτώσεις που θα έχει ένα τέτοιο γεγονός στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Το μόνο που κέντρισε κάπως το ενδιαφέρον μας ήταν η αστάθεια που παρατηρείται στο χρηματιστήριο εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης που βρίσκεται σε εξέλιξη. Παρόλο το γεγονός ότι συμμετέχουμε σε διάφορες «σπουδαίες» διεθνείς οργανώσεις και συμμαχίες δεν έχουμε ακόμη συνειδητοποιήσει πως είμαστε αναπόσπαστο κομμάτι του παγκόσμιου ιστού και πως οι διεθνείς εξελίξεις έχουν σημαντική επιρροή στην καθημερινότητα μας. Δεν είναι λοιπόν μόνο ο γενικός δείκτης του πολύπαθου χρηματιστηρίου των Αθηνών που εξαρτάται από τον πολυθρύλητο Dow Jones και τα επιτόκια της Αμερικάνικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας.
Είμαστε πολλοί περήφανοι για να συνειδητοποιήσουμε πως δεν είμαστε το κέντρο του κόσμου. Θεωρούμε πως η εσωτερική επικαιρότητα διαμορφώνει τα πάντα. Φοβόμαστε ίσως ή υποτιμούμε ότι είναι ξένο και απαιτεί χρόνο και κόπο για να το κατανοήσουμε. Προσφεύγουμε ίσως ακόμη και στην απομόνωση αναζητώντας την ασφάλεια ή τουλάχιστον την αίσθηση της.
Την ώρα που τα θεμέλια του σύγχρονου καπιταλιστικού συστήματος δέχονται αλλεπάλληλα χτυπήματα στην Ελλάδα δεν γίνεται καμία συζήτηση για την κατεύθυνση/στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε τα επόμενα χρόνια και την πιθανή υιοθέτηση νέων μοντέλων ανάπτυξης και αποκατάστασης της κοινωνικής συνοχής. Τέτοιες συζητήσεις θεωρούνται εξεζητημένες και περιττές. Αντίθετα η ανάλυση των μεταγραφικών στόχων των «θρυλικών» μας ποδοσφαιρικών ομάδων ζήτημα ύψιστης προτεραιότητας.
Υπάρχει ακόμη η αντίληψη πως όλα λειτουργούν με τον αυτόματο πιλότο μιας μέτριας και χωρίς όραμα κυβέρνησης. Ακόμη και όταν γίνονται συζητήσεις για μεταρρυθμίσεις και ριζοσπαστικές αλλαγές οι προτάσεις που διατυπώνονται με περίσσιο στόμφο είναι τουλάχιστον γραφικές Για παράδειγμα κάποιοι θεωρούν πως πρέπει να εισάγουμε «δοκιμασμένες λύσεις», το Ιρλανδικό μοντέλο πρότειναν στο παρελθόν οι σημερινοί κυβερνώντες όταν ήταν «μαχόμενη» αντιπολίτευση, το Σουηδικό προτείνει η σημερινή χλιαρή αξιωματική αντιπολίτευση.
Στην αντιγραφή δηλαδή είμαστε πρώτοι και στην παραγωγή νέων ιδεών και πρακτικών ουραγοί. Ο Έλληνας άλλωστε έχει εθιστεί στην ιδέα ότι τίποτα σπουδαίο δεν μπορεί να παράγει η χώρα του και έτσι η αντιγραφή ξένων προτύπων είναι επιθυμητή από τους πολιτικούς και για επικοινωνιακούς λόγους. Δυστυχώς ακόμη και η εφαρμογή αυτών των ξένων οικονομικών και κοινωνικών μοντέλων γίνεται με ανοργάνωτο, μη συντεταγμένο τρόπο και φυσικά με φτωχά αποτελέσματα. Ελάχιστοι είναι εκείνοι που εξετάζουν και προβληματίζονται με τη συμβατότητα αυτών των μοντέλων με την Ελληνική πραγματικότητα. Ζούμε στην εποχή της παγκοσμιοποίησης αλλά κάθε περιοχή διατηρεί τις ιδιαιτερότητες της. Το πιο τραγικό ίσως είναι πως ελάχιστοι έχουν παρακολουθήσει την εφαρμογή αυτών των μοντέλων στο εξωτερικό το οποίο είναι ένα ακόμη αποτέλεσμα της μη προβολής και παρακολούθησης των διεθνών εξελίξεων (εκτός και αν πρόκειται για τις μεταγραφές της Manchester United ή το νέο συμβόλαιο της Μαντόνα) .
Διαλέγουμε συνειδητά να αγνοούμε τις διεθνείς εξελίξεις και επιλεκτικά να διαλέγουμε παραδείγματα από άλλες χώρες που μας βολεύουν. Για τα οικονομικά προβλήματα και την κοινωνική ανισότητα πιστεύουμε στις ουρανοκατέβατες και εύκολες λύσεις. Παράλληλα αποδίδουμε την μιζέρια της χώρας και την κοινωνική σήψη στην κρίση των θεσμών και την αδιαφάνεια (γενικές ιδέες που ποτέ δεν προσδιορίζουμε) και ονειρευόμαστε πως «αδιάφοροι» εισαγγελείς και «εθνικοπατριώτες» πολιτικοί θα δώσουν τη λύση στέλνοντας στη φυλακή όλους τους «κατεργάρηδες», δηλαδή τη μισή χώρα. Η αποκάλυψη των σκανδάλων και διαπόμπευση των ενόχων προς το παρόν απλώς ικανοποιεί τις ορέξεις ενός κοινού που παρακολουθεί συστηματικά τα τηλεδικία και τις δημοσιογραφικές και πολιτικές διαμάχες. Κάποτε οι αυτοκράτορες της Ρώμης είχαν τις αρένες για να ξεχνάει ο κόσμος τα πραγματικά του προβλήματα και να χαίρεται με την πτώση και τον πόνο ανθρώπων που ήταν σε ακόμη πιο τραγική θέση. Τότε βέβαια οι αυτοκράτορες προσέφεραν άρτο και θεάματα, σήμερα εξέλειψε ο άρτος και οι σύγχρονοι αυτοκράτορες απλώς υπόσχονται διορισμούς και γενικά καλύτερες μέρες.
Κλείνω με την ελπίδα πως στον τομέα της ενημέρωση έχουμε φτάσει τον πάτο του βαρελιού και πως σύντομα θα αφυπνιστούμε. Ακόμη διατηρώ την ελπίδα πως μέσα από τις κρίσεις, οικονομικές και κοινωνικές, θα αναδειχθεί παγκοσμίως (πιστεύω και σε μας) μια νέα μπαρουτοκαπνισμένη και προβληματισμένη γενιά ανθρώπων με όραμα και όρεξη για δουλεία.
P.S.
Α) Αφού οι ομάδες μας στο ποδόσφαιρο «επιτυχώς» αντέγραψαν τα πρότυπα της Μίλαν και της Ρεάλ δεν έχω καμία αμφιβολία πως το ίδιο «σπουδαία» αποτελέσματα θα έχει και η παρούσα κυβέρνηση εφαρμόζοντας «πετυχημένα» αγγλοσαξονικά μοντέλα στην οικονομία και το ασφαλιστικό.
Β) Ελλάς Ελλήνων Κουτσομπόληδων (αθάνατα μεσημεριανάδικα, πυλώνες της ενημέρωσης).
Γ) Δεν μου αρέσει να σκέφτομαι αρνητικά ούτε πιστεύω πως η κατάσταση είναι απελπιστική αλλά όταν γράφω εκτονώνω πάντα τις πιο βαθιές μου ανησυχίες και απογοητεύσεις.
Δ) Με το ασφαλιστικό άραγε τι γίνεται? Θα επενδύσουν άραγε ξανά τα ταμεία σε τίποτα νέα εξωτικά χρηματοπιστωτικά προϊόντα? Η παρούσα διεθνής οικονομική κρίση γεννά και «ευκαιρίες». Αλήθεια τι προβλέπει το πολυδιαφημισμένο Σουηδικό μοντέλο για τις συντάξεις και από ποιους κοινωνικούς πώρους θα χρηματοδοτηθεί η εξυγίανση των «αμαρτωλών» ταμιών? Θα γίνει επιτέλους καμία αναλογιστική μελέτη ή δεν είμαστε ακόμη έτοιμοι να ακούσουμε κάποιες πικρές αλήθειες? Τέλος τι θα γίνει με τις αποφάσεις των δικαστηρίων που κρίνουν παράνομες και άδικες κάποιες από τις συγχωνεύσεις ταμείων στον τραπεζικό κλάδο, που έγιναν προς όφελος κάποιων ιδιωτικών τραπεζών (αχ αυτή η απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς)?
Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2008
Σχέσεις Δημοσιογράφων και Πολιτικών – Ανίερες Συμμαχίες και Επικερδείς Προδοσίες!!!
Στο όχι τόσο μακρινό παρελθόν υπήρχαν έντονες ανησυχίες για τις σχέσεις των δημοσιογράφων και λοιπών επαγγελματιών της ενημέρωσης με τους εκδότες (μικρούς και μεγάλους, έμπορους και ιδεαλιστές) και τους καναλάρχες. Πολλοί δημοσιογράφοι κατηγορήθηκαν πως ακολουθούσαν τυφλά την πολιτική, ιδεολογική και επιχειρηματική γραμμή του αφεντικού τους για να εξυπηρετήσουν την προπαγάνδα κάποιου κόμματος, διαπλεκόμενα συμφέροντα ή ακόμη και τους άρχοντες της διαφήμισης. Τουλάχιστον παρέμεναν συμπάθειες και βαπτίζονταν θύματα γιατί το κέρδος τους ήταν συχνά ένας απλός μισθός.
Ορισμένοι από τους πιο «πετυχημένους» και ακριβοπληρωμένους δημοσιογράφους ίδρυσαν τα δικά τους «μαγαζιά ενημέρωσης» και αυτοανακηρύχθηκαν «ανεξάρτητοι» εκδότες ή/και καναλάρχες. Με τη νέα τους αυτή εξουσία άρχισαν να συναλλάσσονται απευθείας με τους πολιτικούς προστάτες και συνεργάτες των παλιών τους αφεντικών. Τα οικονομικά και όχι μόνο οφέλη σε αυτή την περίπτωση ήταν σαφώς πολλαπλάσια.
Το παράδειγμα αυτών των εργολάβων της ενημέρωσης ακολουθεί και μια σειρά από «άσπηλους» και «άφθαρτους» «υπηρέτες και λειτουργούς» της ενημέρωσης που συνέχισαν να εργάζονται στα παραδοσιακά συγκροτήματα της ενημέρωσης αλλά με μεγαλύτερη αυτονομία και πρωτοβουλία κινήσεων από ότι στο παρελθόν (έτσι για να μην τους κατηγορούν πως είναι και ελεγχόμενοι). Αφού συνάψαν ανίερες συμμαχίες με πολιτικούς και διαπλεκόμενους επιχειρηματίες, έλαβαν κρατικές επιδοτήσεις και παχυλά δάνεια από τράπεζες (κρατικές και μη) με ευνοϊκούς όρους και ελάχιστες εγγυήσεις, στελέχωσαν τα γραφεία τύπου και δημοσίων σχέσεων κρατικών οργανισμών και υπουργείων (ιδιαίτερα καλοπληρωμένες θέσεις εξουσίας με περιορισμένες ευθύνες και φόρτο εργασίας) και κέρδισαν «σίγουρες» θέσεις σε ψηφοδέλτια της τοπικής αυτοδιοίκησης, της βουλής και της ευρωβουλής. Ακόμη και τα διαφημιστικά πακέτα δημόσιων οργανισμών χρησιμοποιήθηκαν για να επηρεαστεί η «συνείδηση» νέων και παλιών «μαγαζιών της ενημέρωσης» (αχ αυτές οι «αναγκαίες» διαφημίσεις).
Στο βωμό βέβαια του χρήματος, της προσωπικής δημοσιότητας και της επαγγελματικής ανέλιξης αυτοί οι δημοσιογράφοι δε δίστασαν να προδώσουν, να «κάψουν» και να διαπομπεύσουν τους «φίλους» τους και πολιτικούς που πλέον δεν τους είχαν ανάγκη. Με όπλο τα σύγχρονα τηλεδικία και τις δημοφιλέστατες κουτσομπολίστικες φυλλάδες και εκπομπές «τελειώνουν» όποιον αισθάνονται ότι τους απειλεί. Το διαρκώς αυξανόμενο αιμοδιψές κοινό τους χαίρεται γιατί αφελώς νομίζει πως έτσι θα καθαρίσει η κοινωνία από τα λαμόγια και τους παρείσακτους. Άθελα τους αυτό το κοινό επιτείνει την κοινωνική σήψη. Η κοινωνική διαφθορά δεν αντιμετωπίζετε με μαφιόζικα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών μεταξύ δημοσιογράφων, επιχειρηματιών και πολιτικών. Η κοινωνία μας δεν έχει ανάγκη από δημοσιογράφους μπιστολέρο, που δρουν σαν τα κοράκια της άγριας δύσης.
Οι πολιτικοί με τη σειρά τους δε διστάζουν να χρησιμοποιούν τους «αδέκαστους» αυτούς κριτές της κοινωνίας (τα κοράκια της ενημέρωσης) για να εξυπηρετήσουν τις πιο σκοτεινές και βρώμικες δουλείες τους. Κάποτε όπλο των ισχυρών για να καλύψουν τις αυθαιρεσίες τους ήταν οι μεγαλοδικηγόροι (αυτοί που σήμερα περιφέρονται σαν ξεπεσμένοι αριστοκράτες στις κοσμικές εκπομπές και εκδηλώσεις) σήμερα είναι οι άπληστοι και ματαιόδοξοι δημοσιογράφοι (η τέταρτη εξουσία, αυτή που δεν προβλέπεται από το σύνταγμα μας). Εκείνοι που θα έπρεπε να διαφωτίζουν τις υποθέσεις τις συσκοτίζουν, αντί να αποκαλύπτουν εκβιάζουν και επικαλούνται το απόρρητο για τις παράνομες συναλλαγές τους. Όταν σπανίως καταδικάζετε κάποιος το αποδίδει στον «τυποκτόνο» νόμο του Βενιζέλου. Μερικοί πιστεύουν πως μπορούν να γράφουν ανεύθυνα ότι θέλουν και να θίγουν άδικα υπολήψεις και επιχειρηματικές δράσεις. Ξεχνάν ίσως σκόπιμα πως η ελευθερία δεν πρέπει να ταυτίζετε με την ανευθυνότητα. Χειρότεροι όλων οι ψευδοπουριτανοί ηθικολόγοι που αποκαλούν το επάγγελμα τους λειτούργημα. Στην Ελλάδα όλα τα επαγγέλματα είναι λειτουργήματα, «δακρύζω» μπροστά στην κοινωνική μας «προσφορά» και τις «θυσίες» που κάνουμε στο όνομα της κοινωνικής αλληλεγγύης και ανάπτυξης.
Η απάντηση σε αυτό τον πόλεμο λάσπης και στον πολιτικό και κοινωνικό κανιβαλισμό δεν μπορεί να είναι μόνο η σύνταξη και εφαρμογή ενός πιο αυστηρού αλλά δίκαιου θεσμικού/νομικού πλαισίου για τη δράση πολιτικών και δημοσιογράφων, που να απευθύνεται στις σύγχρονες ανάγκες. Είναι καιρός η κοινωνία μέσα από μια πιο συγκροτημένη, τεχνοκρατική και ουμανιστική παιδεία να γυρίσει την πλάτη της στα τηλεοπτικά σκουπίδια, τις κουτσομπολίστικες φυλλάδες, τη τηλεδικία και τις αρένες. Οι δημοσιογράφοι θα πρέπει επιτέλους να περιφρουρήσουν πιο αποτελεσματικά το χώρο τους και να αποπέμψουν μέλη της κοινότητας τους που χρησιμοποιούν τον μανδύα του δημοσιογράφου και τα προνόμια που αυτό προσφέρει για να δικαιολογήσουν ή να συσκοτίσουν παράνομες δραστηριότητες και συναλλαγές. Δυστυχώς συχνά ακολουθούν το δρόμο της σιωπής και της συγκάλυψης στο όνομα της συναδερφικής αλληλεγγύης. Φοβούνται έντονα πως αν καταγγείλουν συναδέρφους θα πλήξουν την «ιερή» αξιοπιστία του κλάδου.
Κλείνω με την ελπίδα πως η πλειοψηφεία έχει αντιληφθεί το πρόβλημα, έχει προβληματισθεί έντονα και είναι έτοιμη να δεχθεί ριζοσπαστικές λύσεις, όσο επίπονες και αν είναι. Αυτό ίσως που λείπει είναι οι χαρισματικοί άνθρωποι με όραμα και διάθεση για δουλειά σε θέσεις ευθύνης που θα σχεδιάσουν επιμελώς και θα εφαρμόσουν συστηματικά και συγκροτημένα αυτές τις λύσεις.
P.S.
Α) Η κοινωνία «βράζει» και οι ανησυχίες της δεν μπορούν εκτονωθούν πια στις τηλεοπτικές αρένες.
Β) Κανείς δεν είναι αναμάρτητος αλλά δεν μπορούν να ισοπεδώνονται όλα στο όνομα μια κοινωνικής συνενοχής.
Γ) Πιστεύω πως παρά τις κοινωνικές, πολιτικές και παιδαγωγικές μας αμαρτίες και την υπανάπτυξη που μαστίζει το κράτος μας αξίζει κάτι καλύτερο στον τομέα της ενημέρωσης.
Δ) Η εκδικητικότητα κάνει κάποιους λαλίστατους αλλά δεν προσθέτει τίποτα στην κλονισμένη αξιοπιστία τους.
Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2008
Το Θάρρος, η Εσωτερική Δύναμη και η Κατάρα των Αυτοδημιούργητων.
Κάθε κοινωνία προκειμένου να εμπνεύσει τα μέλη της και να αναπτυχθεί έχει ανάγκη την προσφορά των αυτοδημιούργητων στελεχών της. Με την ενασχόληση τους με τα κοινά καταρρίπτουν τον μύθο της απόλυτης εξουσίας της οικογενειοκρατίας και μέσα από την ανέλιξη τους συχνά παράγουν σημαντικό έργο και προωθούν καινοτόμες ιδέες.
Οι επιτυχίες τους στον επιχειρηματικό τομέα χτίζουν συστηματικά το Capitalist Dream. Στα πρώτα τους βήματα είναι συνήθως οπαδοί του προοδευτικού φιλελευθερισμού (μερικοί ακόμη δηλώνουν σοσιαλιστές) και διατηρούν με περηφάνια και ρομαντισμό κάποια επαφή με το «ταπεινό» τους παρελθόν. Όταν όμως εδραιώσουν την κυριαρχία τους πολλοί αισθάνονται την ανάγκη να προσχωρήσουν στην άλλοτε μισητή και μαλθακή αριστοκρατία, που ξέρει πώς να «περνά καλά» (τόλμη και γοητεία) Όταν κάποια στιγμή παραβαίνουν τον νόμο για να αποκτήσουν περισσότερα ή να διαφυλάξουν τα με κόπο κεντημένα παραμένουν συχνά συμπαθείς όσο αλαζονική και αν είναι η συμπεριφορά τους, οι παρελθούσες επιτυχίες τους άλλωστε δύσκολα ξέχνιονται.
Η ανέλιξη τους δεν οφείλεται μόνο στην ματαιοδοξία, συχνά τα κίνητρα τους, τουλάχιστον στην αρχή, είναι απολύτως υγειή. Επιθυμούν να δοκιμάσουν της δυνατότητες τους σε ένα κόσμο που φαίνεται να δίνει ολοένα και λιγότερες ευκαιρίες στους νέους. Με μοναδικά όπλα το θάρρος και την αυτοπεποίθηση τους συγκρούονται και συμμαχούν ανάλογα με την ευελιξία και τις προσωπικές τους στρατηγικές. Με την πλούσια δράση τους αποτελούν κινητήριο μοχλό για αλλαγές μετουσιώνοντας τις θεωρίες που διδάχθηκαν σε πράξη.
Η δράση τους δεν βασίζεται στις υποδείξεις πατρώνων, στη βοήθεια της οικογένειας, φίλων, του κόμματος. Είναι βαθιά βασισμένη στην ιδιαίτερη φιλοσοφία, κουλτούρα τους μα πάνω από όλα στην αίσθηση ανεξαρτησίας και αυτοεκτίμησης που έχουν. Η τελευταία δεν πηγάζει μόνο από τις επιτυχίες τους. Ένας αυτοδημιούργητος είναι πάνω από όλα περήφανος για την προσπάθεια και διαδρομή του. Δεν τρέφει αυταπάτες ότι είναι αυτόφωτος αλλά αισθάνεται ανώτερος από εκείνους που διάλεξαν να οριοθετήσουν τη ζωή τους ανάλογα με τη βοήθεια και την υποστήριξη που δέχθηκαν. Αυτό συχνά δεν γίνεται αντιληπτό από τον κοινωνικό τους περίγυρο, που θαυμάζει τα επιτεύγματα τους.
Οι αυτοδημιούργητοι είναι ιδιαίτερα προσηλωμένοι στην ιδεολογική και φιλοσοφική θεώρηση του κόσμου και συχνά αδυνατούν να κατανοήσουν την αδυναμία των άλλων να ακολουθήσουν το παράδειγμα τους, αυτό είναι ίσως και η μεγαλύτερη κατάρα τους. Στο άρμα τους συχνά επιβαίνουν άνθρωποι πολύ κατώτεροι τους, άνθρωποι που ποτέ δεν θα γίνουν αυτοδημιούργητοι.. Τα μέλη αυτής της αυλής μετεξελίσσονται ανάλογα με την επιτυχία, την καταξίωση και την γενναιοδωρία του προστάτη τους στην νέα αριστοκρατία. Άλλωστε τα μέλη των αναποτελεσματικών αριστοκρατικών τάξεων, που προάγουν συστηματικά την αναξιοκρατία και την αδιαφάνεια, κατάγονται από ή συνδέονται με άλλους τρόπους με αυτοδημιούργητους ανθρώπους.
Η φιλοσοφία του αυτοδημιούργητου στις ανεπτυγμένες κοινωνίες δεν μπορεί εύκολα να μεταδοθεί μαζικά και για αυτό οι αυτοδημιούργητοι παραμένουν συχνά μειοψηφία αναζητώντας με ζήλο άξιους μαθητές και συνεχιστές. Σύμφωνα όμως με την προαιώνια κατάρα τους συχνά απλώς πετυχαίνουν το αντίθετο, σχηματίζοντας γύρω τους μια ανάξια του ονόματος τους αυλή, όπως ανέλυσα πρωθύστερα.